Όταν ο εκλογικός νόμος καταργεί τη συναίνεση
Άρθρο του Μανώλη Βέμη, Συντονιστή των Οικολόγων ΠΡΑΣΙΝΩΝ, στην Αυγή
Έχουν περάσει πάνω από 45 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατικής νομιμότητας στην Ελλάδα. Χρόνια που συνοδεύτηκαν και με τη σταθερότητα του πολιτειακού μας συστήματος. Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία με σαφή διάκριση των εξουσιών.
Δυστυχώς, αυτό το διάστημα δεν μπόρεσε να ωριμάσει η ιδέα ενός πάγιου, καθολικά αποδεκτού εκλογικού συστήματος. Αντίθετα, οι εκάστοτε κυβερνητικές πλειοψηφίες μετέβαλαν τη νομοθεσία για την εκλογή βουλευτών ανάλογα με τα κομματικά τους συμφέροντα.
Η συντηρητική παράταξη, συνεχίζοντας την παράδοση των προδικτακτορικών χρόνων επέβαλε συστήματα που ενίσχυαν την αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος. Αυτό ήταν απαραίτητο για τη συντήρησή της στην εξουσία, διότι παρότι μειοψηφούσα στην κοινωνία, καθώς δεν ήταν πολυδιασπασμένη όπως τα κόμματα του κέντρου και της αριστεράς, κατόρθωνε να έχει μεγάλη συσπείρωση των οπαδών της, ειδικά με τη βοήθεια και του πελατειακού κράτους που είχε εγκαθίδρυση. Έτσι το 1977 ο Κ. Καραμανλής με 41% είχε αυτοδυναμία 172 εδρών ενώ το ΠΑΣΟΚ και η Ε.Κ. με άθροισμα ποσοστών 37% είχαν αθροιστικά μόλις 109 βουλευτές.
Η σημαντική επίπτωση στην κοινωνία των εκλογικών συστημάτων, που ως κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η επίτευξη αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος, είναι η πόλωση του εκλογικού σώματος. Έτσι δημιουργούνται δύο αντίπαλα στρατόπεδα που εναλλάσσονται στην εξουσία. Μάλιστα, όσο παγιώνεται ο δικομματισμός τόσο εξασθενούν τα μικρότερα κόμματα, καθώς κυριαρχεί η λογική της χαμένης ψήφου.
Η επιλογή σταματά να γίνεται με θετική λογική αλλά με αρνητική. «Δεν ψηφίζω το κόμμα γ, με το οποίο συμφωνώ, αλλά το β για να μην έρθει στην εξουσία το α που διαφωνώ μαζί του ολοκληρωτικά».
Έτσι, η ενισχυμένη (δυσ)αναλογική των εκλογών του 1977 και του 1981, που οι υποστηρικτές της την ονομάζουν ενισχυμένη αναλογική, συνετέλεσαν στη μετατροπή της πεντακομματικής βουλής του 1977 σε τρικομματική το 1981.
Δημιούργησε τα «πράσινα» και τα «μπλε» καφενεία μετατρέποντας τους πολίτες από ψηφοφόρους σε οπαδούς, «ποδόσφαιρο-ποιώντας» εν τέλει την πολιτική ζωή.
Δίχασε την κοινωνία και έκανε ανέφικτες επιβαλλόμενες κατά τα άλλα συνέργειες αγγίζοντας ακόμα και εξαιρετικά ευαίσθητους χώρους όπως αυτόν της παιδείας. Τα δεκαπενταμελή συμβούλια των γυμνασίων πήραν χρώμα. Έγιναν πράσινα ή μπλε.
Το ΠΑΣΟΚ, όταν απόκτησε με τη σειρά του την κυβερνητική πλειοψηφία το 1981 διαφοροποίησε τη θέση που είχε ως αντιπολίτευση και διατήρησε το (δυσ)αναλογικό εκλογικό σύστημα της ΝΔ, επιτυγχάνοντας να κερδίσει έτσι και μια δεύτερη τετραετία. Όταν όμως διαπίστωσε, το 1989, ότι είναι πλέον δεύτερο κόμμα εισήγαγε έναν εκλογικό νόμο που ήταν σχεδόν απλή αναλογική, με μια όμως πρωτοτυπία. Ενίσχυε το δεύτερο σε ψήφους κόμμα. Αποτέλεσμα ήταν οι αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις 1989 – 90 και η πρωτόγνωρη κυβερνητική συνεργασία Νέας Δημοκρατίας και Συνασπισμού.
Φυσικά, η Κυβέρνηση Μητσοτάκη όταν πλέον το 1990 απέκτησε την πολυπόθητη γι΄ αυτή αυτοδυναμία επανάφερε την κανονικότατα.
Από το 1990 και μετά διατηρήθηκε η υπέρμετρη ενίσχυση του πρώτου κόμματος αλλά βελτιώνεται η αναλογικότητα για τους μικρούς σχηματισμούς. Έτσι το 1977 το ΚΚΕ με 9,5 % είχε εκλέξει 11 βουλευτές ενώ το 1993 η Πολιτική Άνοιξη με 5% έλαβε 10 έδρες.
Το 2015 η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – Οικολόγων ΠΡΑΣΙΝΩΝ – ΑΝΕΛ υπερψηφίζει τον δικαιότερο, αναλογικότερο και δημοκρατικότερο εκλογικό νόμο. Η κατανομή των εδρών γίνεται πλέον αναλογικά, σε όσα κόμματα ξεπεράσουν το εκλογικό όριο του 3%. Δίνεται η δυνατότητα σε όλες τις υπαρκτές και οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις να συμμετέχουν στη διακυβέρνηση της χώρας είτε με συνέργειες προεκλογικές, είτε σε μετεκλογική διαδικασία. Ήδη ο μύθος περί ακυβερνησίας όταν δεν υπάρχουν αυτοδύναμες κυβερνήσεις έχει καταρριφθεί. Η πολυκομματική κυβέρνηση στην οποία συμμετέχουν και οι Οικολόγοι ΠΡΑΣΙΝΟΙ έχει διαδεχθεί την πολυκομματική Κυβέρνηση Σαμαρά. Η οποία με τη σειρά της είχε διαδεχθεί την πολυκομματική κυβέρνηση Παπαδήμα.
Και έτσι φτάσαμε στην 24η Ιανουαρίου του 2020, ημερομηνία που η κυβέρνηση της Ν.Δ., που δεν επιλέχθηκε κατά την εκλογική διαδικασία από το 60% του εκλογικού σώματος, επαναφέρει το εκλογικό σύστημα του προηγούμενου αιώνα με κύριο χαρακτηριστικό του βέβαια την κοινοβουλευτική πλειοψηφία του πρώτου κόμματος έστω και αν αυτό είναι μειοψηφία στην κοινωνία.
Βέβαια, οι επόμενες εκλογές θα πραγματοποιηθούν με τον εκλογικό νόμο του 2016. Θα δοθεί, λοιπόν η ευκαιρία στους πολίτες που πιστεύουν στις συνέργειες, στις συγκλίσεις, στο διάλογο και στη λήψη των αποφάσεων από τις πραγματικές πλειοψηφίες, και όχι από τις τεχνητές, να επιλέξουν τις πολιτικές δυνάμεις που έχουν ακριβώς αυτές τις απόψεις και προτεραιότητες. Να δημιουργηθεί, έτσι, μια υγιής πολυσυλλεκτική κυβερνητική πλειοψηφία που θα επαναφέρει τη δημοκρατικότητα και τη δικαιοσύνη και στο εκλογικό σύστημα.