Είναι επείγουσα ανάγκη να αναδιατάξουμε το αξιακό μας πλαίσιο
Από τον Κωνσταντίνο Ζιάβρα, Συντονιστή Τομέα Παιδείας και Θρησκευμάτων των Οικολόγων ΠΡΑΣΙΝΩΝ. Ευχαριστούμε θερμά το ΠΟΝΤΙΚΙ για τη φιλοξενία.
Εμβρόντητη η ελληνική κοινωνία παρακολουθεί το τελευταίο διάστημα μία έξαρση, αλλά και υπερπροβολή, μιας ειδεχθούς εγκληματικότητας με θύματα κυρίως γυναίκες και παιδιά.
Βιασμοί, παιδεραστίες, γυναικοκτονίες είναι πλέον στην ημερήσια διάταξη των δελτίων ειδήσεων. Μοιάζει σαν να έχει ανοίξει το καπάκι του υπονόμου της κοινωνίας και να βγαίνουν στην επιφάνεια όλες οι κοινωνικές ακαθαρσίες. Και το παράδοξο είναι πως όλα αυτά συμβαίνουν σε μια εποχή που όλοι μιλάνε για συμπεριληπτικότητα και ενσυναίσθηση.
Παρακολουθούμε εγκληματικές συμπεριφορές οι οποίες, αν δεν οφείλονται σε σοβαρά ψυχικά νοσήματα, μοιάζoυν να αντιμάχονται την ίδια την ανθρώπινη φύση. Άνθρωποι διαπράττουν τόσο ειδεχθή εγκλήματα που σε κάνουν απορείς πως έχουν καταφέρει να ξεριζώσουν από μέσα τους την ίδια τη συνείδησή τους.
Που οφείλεται, όμως, η έξαρση αυτού του είδους της εγκληματικότητας; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα σίγουρα δεν είναι εύκολο να δοθεί. Πολλοί ειδικοί, και όχι μόνο, την αποδίδουν, στον εγκλεισμό που ακολούθησε την πανδημία, αλλά και στην δεκαετή οικονομική κρίση που προηγήθηκε.
Η συγκεκριμένη προσέγγιση μπορεί όντως να αποτελεί μία εξηγητική των πραγμάτων θεωρία, όμως θα θέλαμε να παρατηρήσουμε το εξής : η οικονομική κρίση και η πανδημία αποτέλεσαν, κατά τη γνώμη μας, την αφορμή και όχι, ίσως, την αιτία της ανάδειξης αυτών των εγκληματικών προσωπικοτήτων. Η οικονομική δυσχέρεια και η κοινωνική αποστασιοποίηση αποτέλεσαν τον καταλύτη για να βγει στην επιφάνεια ο ψυχικός βόρβορος κάποιων αρρωστημένων ανθρώπων.
Οι αλυσιδωτές κρίσεις καλλιέργησαν το έδαφος που επέτρεψε να αναδυθούν αποκλίνουσες συμπεριφορές οι οποίες προφανώς προϋπήρχαν, αλλά δεν είχαν αντιμετωπιστεί εγκαίρως. Ήταν προβλήματα τα οποία καλύπτονταν από τη χρυσόσκονη μιας εύθραυστης οικονομικής ευμάρειας κατά τις δεκαετίες του ΄80 και ΄90 μέχρι και τη μεγάλη χρηματοοικονομική και οικονομική κρίση του 2008.
Δυστυχώς, η κρίση που βιώνουμε δεν είναι οικονομική, ενεργειακή, υγειονομική, είναι, πρωτίστως, μία κρίση αξιών και πολιτισμού. Είναι περισσότερο από φανερό ότι ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας μας έχει αλλοτριωθεί. Είμαστε μια κοινωνία που παραπαίει πλέον χωρίς πυξίδα και προσανατολισμό, αλλά και χωρίς ηθικά φρένα. Αυτό προκύπτει και από παλαιότερη σχετική έρευνα που δείχνει πως οι ηθικές αξίες και κανόνες βρίσκονται σε φάση μετάβασης, καταστώντας δυσχερή για πολλούς ανθρώπους τη δυνατότητα διάκρισης ή/και επιλογής. Φαίνεται πως μετά τη μεταπολίτευση η κοινωνία μας αναζητά το βηματισμό της σε ένα νέο πλαίσιο, μετά από δεκαετίες σκληρής διακυβέρνησης.
Επίσης, είμαστε μια κοινωνία όπου η εύκολη και άμεση ικανοποίηση του ενστίκτου έχει γίνει σχεδόν αυτοσκοπός. Εκπαιδευόμαστε μέσω της μουσικής βιομηχανίας και της βιομηχανίας του θεάματος (βλ παλαιότερο άρθρο μου), να αναζητούμε άμεση ικανοποίηση των ορμέμφυτών μας, χωρίς καθυστέρηση, χωρίς συναισθήματα. Παίρνω αυτό που θέλω, την ώρα που το θέλω. Στην προσπάθεια αυτή δεν εξετάζεται το κατά πόσο αυτή η συμπεριφορά μπορεί να προσβάλλει, να πληγώσει ή να τραυματίσει κάποιους άλλους. Οι άλλοι δεν είναι πλέον πρόσωπα, αλλά μέσα για να εκπληρώσουμε τις ανάγκες μας. Χαρακτηριστική η ατάκα που ακούω να λένε πολλοί : «Δεν έχω να μετανιώσω για τίποτα». Κανένα «γνώθι σαυτόν», καμία τύψη, καμία διάθεση αυτοβελτίωσης.
Υπάρχει κάτι που μπορεί να γίνει για να αναστραφεί αυτή η κατάσταση; Κυρίως, πρέπει να αναδιατάξουμε το αξιακό μας πλαίσιο, αναζητώντας τις σημαντικότερες από τις αρχές που μας στήριξαν ως κοινωνία τα χρόνια που προηγήθηκαν του ψεύτικου πλουτισμού με δανεικά, πριν μας «ξεβλαχέψουν» τα περιοδικά lifestyle. Τις αρχές που διατηρούσαν την κοινωνική συνοχή και απέτρεπαν της εξάπλωση της βίας και της εγκληματικότητας. Προφανώς και σε αυτές τις εποχές δεν ήταν όλα ιδανικά. Όμως, με την πείρα που μας δίνουν δεκαετίες λαθών, μπορούμε να επιλέξουμε ποιες αξίες παραμένουν χρήσιμες. Αξίες όπως η αλληλεγγύη, το φιλότιμο, η εντιμότητα (ποιος τη θυμάται πλέον), η συμπόνια, ο σεβασμός των μεγαλύτερων, η λιτή ζωή, η αγάπη για τον συνάνθρωπο, για τα ζώα και για το περιβάλλον κλπ.
Πως μπορούμε, όμως, να εμφυσήσουμε στους νέους, κυρίως, ανθρώπους τις αξίες αυτές; Η απάντηση νομίζω είναι πως αυτό μπορεί να γίνει μέσα από την οικογένεια και την εκπαίδευση.
Όσο και αν ακούγεται κοινότοπο, είναι μια διαχρονική αλήθεια, η οικογένεια είναι ο θεμέλιος λίθος, το κύτταρο της κοινωνίας και η συνεισφορά της στην ανάπτυξη του ατόμου, αλλά και της ίδιας της κοινωνίας είναι ανυπολόγιστης αξίας. Τα εξαντλητικά εργασιακά ωράρια, σε συνδυασμό με την εντατικοποίηση της δουλειάς στερούν τα παιδιά από τους γονείς τους. Είναι κρίσιμο, λοιπόν, να υπάρξει στήριξη των νέων οικογενειών με εργασιακές διευκολύνσεις, έτσι ώστε να περνούν περισσότερο ελεύθερο χρόνο οι γονείς με τα παιδιά τους, ειδικά όσο είναι στη βρεφική και παιδική ηλικία. Μερικές προτάσεις προς αυτή την κατεύθυνση θα ήταν η αξιοποίησης της τηλεργασία, η μερική απασχόληση, το ευέλικτο ωράριο εργασίας και οι ειδικές άδειες για τους νέους γονείς.
Όσον αφορά την εκπαίδευση των αυριανών πολιτών πρέπει να υπάρξει ποσοτική και ποιοτική αναβάθμιση της προσφερόμενης εκπαίδευσης και παιδείας. Χρειαζόμαστε τάξεις λιγότερων μαθητών για να γίνεται ουσιαστικότερη δουλειά στα σχολεία, ψυχολόγους με διευρυμένες αρμοδιότητες οι οποίοι θα εμπλέκονται ενεργά στη σχολική ζωή καθώς και ένα αναδιαρθρωμένο πρόγραμμα σπουδών. Επίσης, είναι εξαιρετικά επιτακτική ανάγκη εκπαίδευσης των γονέων, των δασκάλων και των παιδιών πάνω σε θέματα πρόληψης και αντιμετώπισης φαινομένων σεξουαλικής παρενόχλησης/κακοποίησης και εκφοβισμού.
Κλείνοντας, να σημειώσουμε την ανάγκη δημιουργίας μιας ολιστικής, επιστημονικά επεξεργασμένης αντιεγκληματικής πολιτικής με ενίσχυση των υπαρχουσών και τη δημιουργία νέων κρατικά ελεγχόμενων κοινωνικών δομών, στις οποίες να μπορούν να βρίσκουν καταφύγιο και βοήθεια κακοποιημένες γυναίκες και παιδιά, αλλά, και να υποστηρίζονται θεραπευτικά οι θύτες, τόσο κατά την περίοδο του εγκλεισμού τους, όσο και μετά την αποφυλάκισή τους. Η βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου και η αυστηροποίηση των ποινών από μόνα τους δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα, καθότι ο νόμος παρεμβαίνει αφού έχει τελεστεί ένα έγκλημα. Το θέμα είναι να δημιουργήσουμε τις ηθικές και κοινωνικές προϋποθέσεις, ώστε να προλαμβάνουμε τις εγκληματικές ενέργειες προτού γίνουν σοκαριστικά πρωτοσέλιδα εφημερίδων…