Θεσμική κρίση και έλλειψη ανοχής στο διαφορετικό πάνε μαζί: Το παράδειγμα της επίθεσης κατά των προσφύγων στα Βίλια
Της Έλενας Μπότση* στην Εποχή
Ολα ξεκίνησαν όταν στο χωριό διαδόθηκε, ότι «πακιστανοί μετανάστες έκαναν κατάληψη στο πιο μεγάλο και πολυτελές ξενοδοχείο του χωριού το ‘Βερόρι’». Οι πρώτες εικόνες για τους ντόπιους ήταν, περιπολικά με κουκουλοφόρους αστυνομικούς να συνοδεύουν πούλμαν με «μετανάστες». Το γεγονός δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία, είχε ξαναγίνει συζήτηση προ διετίας μετά από πρόταση για μίσθωση ξενοδοχείων στα Βίλια σε ΜΚΟ για στέγαση προσφύγων. Μετά από αρνητική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου και την έντονη αντίδραση των κατοίκων, η πρόταση απορρίφθηκε. Αυτή τη φορά όμως οι κάτοικοι αιφνιδιάστηκαν, ενώ οι τοπικές αρχές δήλωναν άγνοια. Ογδόντα οκτώ πρόσφυγες από διάφορες χώρες εκ των οποίων Συρία (27), Υεμένη, Ιράκ, Κουβέιτ, Αίγυπτος κλπ., ανάμεσά τους και αρκετά ασυνόδευτα παιδιά, μεταφέρθηκαν την προηγούμενη Παρασκευή στο ξενοδοχείο Βερόρι που βρίσκεται στην έξοδο του χωριού προς Πόρτο Γερμενό. Το νέο της άφιξης των προσφύγων μεταδόθηκε ταχύτατα. Εκατό περίπου κάτοικοι πραγματοποίησαν συγκέντρωση διαμαρτυρίας μπροστά στο παλιό Δημαρχείο για να καταλήξουν μπροστά στο ξενοδοχείο, όπου κάποιοι νεαροί ντόπιοι προχώρησαν σε βιαιοπραγίες σπάζοντας τη τζαμαρία και εισβάλοντας στο ξενοδοχείο, ενώ μία επιτροπή κατοίκων προσπαθούσε να μάθει περισσότερα από τους υπεύθυνους του ξενοδοχείου.
Η περίπτωση των Βιλίων
Η ιστορία του ξενοδοχείου έχει το ενδιαφέρον της: Το ‘Βερόρι’, ομώνυμη περιοχή όπου γινόταν η βόλτα (στα αρβανίτικα σημαίνει θερινό) ήταν για τους ντόπιους σύμβολο ευημερίας και σηματοδοτούσε τις καλές εποχές του τουρισμού, όταν τα Βίλια ήταν από τα σημαντικότερα θέρετρα στα μεταπολεμικά χρόνια και αριθμούσαν οκτώ ξενοδοχεία. Κάποιος μη ντόπιος επιχειρηματίας είχε επενδύσει στα Βίλια αγοράζοντας τα δύο μεγαλύτερα ξενοδοχεία των 70 κλινών, εκ των οποίων το ένα ανακαίνισε και λειτουργούσε περισσότερο σαν χόμπι, διαθέτοντάς το κατά καιρούς για εκδηλώσεις του Δήμου, ενώ το άλλο παραμένει κλειστό.
Ο εύπορος ιδιοκτήτης του, που απεβίωσε τον Δεκέμβριο 2018, όρισε 5μελή επιτροπή που θα είχε την ευθύνη σύστασης ιδρύματος, το οποίο θα ελέγχεται από το υπουργείο Οικονομικών για κοινωφελείς σκοπούς, κάτι που δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Σύμφωνα με μαρτυρίες των κατοίκων η μίσθωση έγινε από ΜΚΟ για λογαριασμό του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ) εν αγνοία της διαχειριστικής επιτροπής, η οποία και προχώρησε σε ασφαλιστικά μέτρα για τις συνθήκες μίσθωσης και την προστασία των πολύτιμων αντικειμένων που βρίσκονται ακόμα μέσα στο ξενοδοχείο, υπόθεση που εκδικάζεται από το Ειρηνοδικείο Ελευσίνας.
Το χωριό σήμερα κατοικείται κυρίως από μόνιμους κατοίκους και παραθεριστές που έχουν εκεί τα εξοχικά τους με μερικές οικογένειες να έχουν επιστρέψει ή επιλέξει τα Βίλια για μόνιμη εγκατάσταση. Η κρίση, η ενοποίηση για κάποιους σε έναν μεγάλο Δήμο, τον Δήμο Μάνδρας-Ειδυλλίας, καθώς και η έλλειψη μιας τοπικής αναπτυξιακής πολιτικής έχει επιφέρει εγκατάλειψη και οικονομική κρίση στο χωριό. Τα ξενοδοχεία που κάποτε ήταν γεμάτα, είτε υπολειτουργούν, είτε δοκίμασαν να μετατραπούν σε γηροκομεία, είτε λειτούργησαν σαν καταλύματα για τους ασκούμενους πυροσβέστες που φοιτούσαν στη σχολή, η οποία κι εκείνη έπαψε να λειτουργεί. Η άλλοτε δυνατή κτηνοτροφία επίσης μειώνεται με τους τελευταίους κτηνοτρόφους να μετρώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Η περίπτωση των Βιλίων αποτελεί ένα παράδειγμα αποτουριστικοποίησης και αδυναμίας αναπροσανατολισμού σε νέου είδους δραστηριότητες, πάρα τις δυνατότητες που διαθέτει η περιοχή, με σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους και παρθένα δάση που παραμένουν δυστυχώς αναξιοποίητα.
Ανάγκη διαπολιτισμικής εκπαίδευσης
Η εγκατάσταση των προσφύγων διόγκωσε την ανασφάλεια των κατοίκων, οι οποίοι βρέθηκαν απροετοίμαστοι για ένα τέτοιο γεγονός, φοβούνται ότι θα επιδεινωθεί η κατάσταση στον τουρισμό και ότι η αναλογία ντόπιων/προσφύγων είναι απειλητική για την συνοχή της κοινότητας (800 μόνιμοι κάτοικοι/90 πρόσφυγες). Η αγανάκτηση της ευρύτερης κοινωνίας που δικαίως προκάλεσαν τα βίαια γεγονότα στα Βίλια οδήγησαν, σύμφωνα με τους ντόπιους, αδίκως σε έναν γενικευμένο διασυρμό ή ακόμα και σε έναν ιδιόμορφο αντιαρβανίτικο ρατσισμό που έκανε την εμφάνισή του στα social media, αφού όπως λένε, έχουν δείξει την φιλοξενία τους σε τόσους μετανάστες, Αλβανούς, Ρουμάνους ή από τρίτες χώρες, με τους οποίους συμβιώνουν υποδειγματικά. Οι Βιλιώτες δηλώνουν περήφανοι για τον τόπο τους και την ιστορία τους, διατηρούν σε πείσμα των καιρών έθιμα πολλών αιώνων που αποτυπώσαμε πρόσφατα σε ντοκιμαντέρ με τίτλο «Στα Αρβανίτικα» που προβλήθηκε στο φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το οποίο μιλάει για πολιτισμούς που βρίσκονται δίπλα στην πρωτεύουσα, αλλά η πρωτεύουσα τους αγνοεί.
Παρά το γεγονός, ότι στην πλειονότητά τους οι Βιλιώτες είναι σε μεγάλο βαθμό ανεκτικοί στο διαφορετικό, ειδικά οι απλοί άνθρωποι, υπάρχει μια παράδοση αυταρχικών δημάρχων που καταπνίγουν την κοινωνία των πολιτών και διαπαιδαγωγούν τους νέους με πατριαρχικά και αυταρχικά πρότυπα. Οι προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές ανέδειξαν το πρόβλημα που ήταν θαμμένο, το πόσο αντιδραστική και συντηρητική είναι η κοινωνία μας ειδικά στην επαρχία, το μέγεθος του πολιτισμικού κενού που υπάρχει στην εκπαίδευση, ειδικά σε θέματα διαπολιτισμικότητας και σύγχρονων κοινωνικών ζητημάτων, μεταξύ αυτών και της μετανάστευσης. Το πρόβλημα που ζούμε αναδεικνύει την ανάγκη της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης όχι μόνο στα σχολεία, αλλά και σε όλα τα επίπεδα διοίκησης (είναι γνωστός ο θεσμικός ρατσισμός), αλλά και των τοπικών κοινωνιών. Δεν μπορούμε να αφεθούμε στα αισθήματα των μεμονωμένων κατοίκων και στις προδιαθέσεις τους, χωρίζοντάς τους στερεοτυπικά σε φιλόξενους και μη, δημοκράτες και φασίστες. Η πολιτεία πρέπει να είναι παρούσα και στο τελευταίο χωριό, το βάρος και η ευθύνη της προσφυγικής και μεταναστευτικής πρόκλησης που βιώνουμε, πρέπει να καταμεριστεί παντού και να συζητηθεί δημόσια σε κάθε πόλη και χωριό. Ο κοινωνικός αυτοματισμός το μόνο που καταφέρνει είναι να αφήνει κενό δράσης σε ακραίους πολιτικούς χώρους, οι οποίοι καλύπτουν αυτά τα κενά με ταχύτατους ρυθμούς στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη.
* Η Έλενα Μπότση είναι Κοινωνιολόγος/Εθνογλωσσολόγος, κατάγεται από τα Βίλια, όπου έχει πραγματοποιήσει εθνογραφική επιτόπια έρευνα. Μέλος του Πανελλαδικού Συμβουλίου των Οικολόγων Πράσινων και υποψήφια στις επερχόμενες ευρωεκλογές.