ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ
ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ
Εισαγωγή
Όπως σε κάθε επίπεδο, έτσι και στο τοπικό οι ενέργειες στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να εξυπηρετούν δύο στόχους:
- Την ορθολογική χρήση και την εξοικονόμηση ενέργειας
- Την υποκατάσταση συμβατικών πηγών ενέργειας με ανανεώσιμες.
Ορθολογική χρήση και εξοικονόμηση ενέργειας.
Οι ΟΤΑ θα πρέπει να διαμορφώσουν τη δική τους στρατηγική για την ορθολογική χρήση και την εξοικονόμηση ενέργειας, προσαρμοσμένη στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, η οποία μπορεί να συνδυάσει τη συνεισφορά στο κοινό στόχο με βραχυπρόθεσμα οικονομικά οφέλη. Μέτρα που θα μπορούσαν να ενταχθούν σε μία τέτοια στρατηγική είναι:
- Η χρήση εξελιγμένων συστημάτων φωτισμού στα κτήρια του ΟΤΑ, που επιτυγχάνουν πολύ σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας.
- Ο εκσυγχρονισμός των συστημάτων κλιματισμού (ψύξης – θέρμανσης) με ενσωμάτωση θερμικών ηλιακών συστημάτων, αντλιών θερμότητας με τη χρήση γεωθερμικής ομαλής ενθαλπίας και χρήση βιομάζας (δασικά & γεωργικά υπολείμματα). Σύσταση γραφείου πληροφόρησης και τεχνικής υποστήριξης των κατοίκων για εφαρμογές ορθολογικής χρήσης και εξοικονόμησης ενέργειας στον οικιακό και εμπορικό τομέα.
- Προώθηση ολοκληρωμένου ενεργειακού σχεδιασμού που περιλαμβάνει αρχές της βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής και την ένταξη συστημάτων ανανεώσιμων πηγών και εξοικονόμησης ενέργειας σε νέα και υφιστάμενα κτίρια. Υιοθέτηση υψηλών προδιαγραφών για την ενεργειακή αποδοτικότητα των νέων κτηρίων, που κατασκευάζονται με ευθύνη του ΟΤΑ. Σε συνεργασία με τις τοπικές πολεοδομικές αρχές άσκηση πίεσης και παροχή υποστήριξης για την εφαρμογή των ίδιων προδιαγραφών και στα ιδιωτικά έργα.
- Η θέσπιση της βέλτιστης κατανάλωσης καυσίμου ως βασικό κριτήριο κατά την προμήθεια πάσης φύσεως οχημάτων. Ενίσχυση της χρήσης ηλεκτροκίνητων οχημάτων από τους ΟΤΑ με την παράλληλη ανάπτυξη φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων για την φόρτιση τους. Προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων ( βιοντήζελ, βιοαιθανόλη, βιοαέριο κά ) στους στόλους οχημάτων των ΟΤΑ.
Η κεντρική διοίκηση από την πλευρά της θα πρέπει να υποστηρίξει την προσπάθεια των ΟΤΑ με κατάλληλα κίνητρα. Να παρέχει τεχνική υποστήριξη και να πληροφορεί για τις δυνατότητες χρηματοδότησης μέσω ένταξης σε προγράμματα, εθνικά ή ευρωπαϊκά. Στις ΗΠΑ π.χ. η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος (Environmental Protection Agency – EPA) έχει καθιερώσει τον τίτλο των Κοινοτήτων Πράσινης Ενέργειας (Green Power Communities) που απονέμεται ως αναγνώριση σε αυτές τις κοινότητες που πέτυχαν εθελοντικά να υποκαταστήσουν σε σημαντικό βαθμό με πράσινη ενέργεια τον ηλεκτρισμό που καταναλώνουν τοπικά στα σπίτια, τις επιχειρήσεις και τη διοίκηση τους. Ένας αντίστοιχος τίτλος με ηθικό και υλικό αντάλλαγμα θα μπορούσε να καθιερωθεί και στη χώρα μας για τη στήριξη των πρωτοβουλιών των ΟΤΑ.
Υποκατάσταση συμβατικών πηγών ενέργειας με ανανεώσιμες
Η αξιοποίηση των ΑΠΕ μπορεί να γίνει τόσο σε μικρή, όσο και σε μεγάλη κλίμακα. Στη μικρή κλίμακα κατατάσσονται τα οικιακά συστήματα, όπως οι ηλιακοί θερμοσίφωνες, φωτοβολταϊκά, μικρο-ανεμογεννήτριες ή η αυτοπαραγωγή ενέργειας σε μικρές παραγωγικές μονάδες, όπως η ενεργειακή αξιοποίηση βιομάζας σε ένα αγρόκτημα ή σε ένα κτήριο. Η μεγάλη κλίμακα αφορά σταθμούς παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ που τροφοδοτούν το ηλεκτρικό σύστημα, όπως αιολικά πάρκα, μικροί υδροηλεκρικοί σταθμοί (ΜΥΗΣ), μεγάλες εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών κλπ. Πρέπει να τονισθεί ότι παρά το χαρακτηρισμό τους ως μεγάλης κλίμακας, οι σταθμοί παραγωγής από ΑΠΕ παραμένουν κατά κανόνα αρκετές τάξεις μεγέθους μικρότεροι από τους συνήθεις συμβατικούς (πυρηνικούς, άνθρακα, λιγνιτικούς, φυσικού αερίου) και συνιστούν διασπαρμένη παραγωγή ενέργειας.
Τα μεγάλης κλίμακας έργα ΑΠΕ είναι αυτά από τη μία συμβάλουν περισσότερο στο κοινό στόχο, από την άλλη όμως σε κάποιες περιπτώσεις αντιμετωπίζουν αντιδράσεις προερχόμενες από την τοπική κοινωνία. Η εκμετάλλευση των ΑΠΕ σε ένα τόπο, αλλάζει ανεπιστρεπτί σε μικρό ή μεγάλο βαθμό το τοπίο και την οικονομική δραστηριότητα, τις χρήσεις και την αξία της γης, κάποιες περιοχές τις υποβαθμίζει ενώ κάποιες άλλες τις αναβαθμίζει και συνολικά επηρεάζει τη ζωή των κατοίκων με πολλούς προβλεπόμενους ή μη τρόπους. Οι ειδικοί, γνωρίζουν πολλά για τα υφιστάμενα δυναμικά (αιολικά, γεωθερμικά, υδάτινα κλπ.) και τις υφιστάμενες τεχνολογίες (ανεμογεννήτριες, υδροστρόβιλοι, γραμμές μεταφοράς, κατασκευή δρόμων κλπ.). Αυτές τις γνώσεις και πληροφορίες δεν γνωρίζουν οι κάτοικοι των περιοχών που έχουν επιλεγεί από ειδικούς, πολιτικούς και επιχειρηματίες για την εκμετάλλευση των ανανεώσιμων πηγών τους ενέργειας.
Επίσης, συνήθως δε γνωρίζουν για τα πλανητικά θέματα που σχετίζονται με την ενέργεια, τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, τις κλιματικές αλλαγές και τις αναμενόμενες συνέπειές τους και τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας μας για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, αλλά έχουν τις δικές τους αξίες, ανάγκες, συμφέροντα και αντιλήψεις. Ωστόσο, γνωρίζουν τις προσδοκίες τους για την εξέλιξη και ανάπτυξη της περιοχής τους, αλλά αγνοούν τις δυνατότητες που τους προσφέρει η ανάπτυξη των ΑΠΕ.
Από την άλλη γνωρίζουν την πρότερη συμπεριφορά των διαφόρων κρατικών ή μη φορέων και εταιρειών και συνήθως δυσπιστούν για τις προθέσεις τους. Όλα τα παραπάνω τροφοδοτούν τις τοπικές αντιδράσεις στην εγκατάσταση έργων ΑΠΕ και συχνά οδηγούν σε συμπεριφορές NIMBY (Not In My Back Yard – όχι στην αυλή μου) με αποτέλεσμα ακόμα και την ματαίωσή τους.
Επιβάλλεται λοιπόν, κατά τη σχεδίαση, εγκατάσταση και λειτουργία μιας μονάδας ΑΠΕ να υπάρχει ενεργή και εκτεταμένη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών για λόγους πολιτικούς (συμμετοχική δημοκρατία), ηθικούς (πώς να αγνοηθεί η γνώμη και άποψη των ανθρώπων που πρόκειται να επηρεαστούν περισσότερο από όλους από τη συγκεκριμένη εγκατάσταση;), καλύτερου τελικού αποτελέσματος (οι τοπικοί παράγοντες μπορεί να προτείνουν λύσεις που παρουσιάζουν κάποια πλεονεκτήματα ενώ αποφεύγουν κάποια μειονεκτήματα) και πρακτικούς (η αντίθεση των κατοίκων μπορεί να ματαιώσει την εγκατάσταση).
Στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους οι ΟΤΑ θα μπορούσαν να αναλάβουν, μόνοι τους ή σε συνεργασία με τρίτους, την ανάπτυξη Σταθμών Συμπαραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας και Θερμότητας με την χρήση του βιοαερίου που παράγεται στους Χώρους Διάθεσης Απορριμμάτων. Επίσης θα πρέπει να καταστεί υποχρεωτική η αξιοποίηση του βιοαερίου από τους βιολογικούς καθαρισμούς για την παραγωγή ενέργειας.
Ακόμα θα μπορούσαν να προωθήσουν αποτελεσματικά σχέδια κατασκευής κεντρικών μονάδων παραγωγής θερμότητας για την τηλεθέρμανση και τηλεψύξη οικισμών και συμπαραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύσιμο βιομάζα. Ήδη σήμερα λειτουργούν συστήματα τηλεθέρμανσης στην Κοζάνη – Πτολεμαίδα, στη Δαδιά Έβρου και προσεχώς στη Φλώρινα που χρησιμοποιούν τα συμπυκνώματα ατμού των θερμοηλεκτρικών μονάδων (συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας). Θα πρέπει επίσης να θεσμιστούν διαδικασίες και κίνητρα για την επιχειρηματική συμμετοχή τοπικών φορέων και κατοίκων στις επενδύσεις ΑΠΕ. Στη Δανία το 80% των ανεμογεννητριών ανήκει σε «αιολικούς συνεταιρισμούς», ενώ στη Γερμανία τα περισσότερα αιολικά πάρκα είναι πολυμετοχικά, όπου ιδιώτες – κάτοικοι της περιοχής και μη – αγοράζουν λίγα ή περισσότερα μερίδια, περίπου όπως εδώ επενδύει κάποιος σε μετοχές.
Ο εθνικός στόχος, όπως έχει προκύψει μέσα από τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας μας, για ανάπτυξη τουλάχιστον 3.000 νέων MW ΑΠΕ ως το 2012, θα πρέπει να επιμεριστεί ανά Νομό ή Δήμο. Ο επιμερισμός αυτός θα λαμβάνει υπόψη του τα δυναμικά των διαφόρων ανανεώσιμων πηγών που υπάρχουν σε κάθε περιοχή και θα συνδυαστεί με χωροταξικό σχεδιασμό. Κάθε Νομός ή Δήμος θα αναλάβει την ευθύνη υλοποίησης του στόχου του, θα συνεισφέρει αναλογικά στο εθνικό κόστος σε περίπτωση αποτυχίας και θα επιβραβεύεται αν τον υπερκαλύψει. Η εμπειρία έχει δείξει ότι η εγκατάσταση σημαντικών έργων ΑΠΕ δημιουργεί άμεσα και έμμεσα έσοδα (ανταποδοτικό τέλος, φόροι, ενοίκια, προμήθειες κλπ) και θέσεις εργασίας. Αν αυτά αξιοποιηθούν έξυπνα από την τοπική αυτοδιοίκηση, μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για μία συνολικότερη ανάπτυξη της περιοχής, η οποία μάλιστα θα είναι σαφώς φιλικότερη σε σύγκριση με την πεπατημένη της τουριστικής ανάπτυξης, που έχει καταστρέψει τόσο περιβαλλοντικά όσο και πολιτιστικά μεγάλες περιοχές της χώρας. Η περίπτωση της μικρής ισπανικής πόλης La Muela, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των δυνατοτήτων αυτών.
Απεξάρτηση τώρα!
Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να γίνει μία ειδική αναφορά στο λιγνίτη, που αυτή τη στιγμή είναι, καλώς ή κακώς, το εθνικό μας καύσιμο και η ραχοκοκαλιά της ενεργειακής μας πολιτικής. Σε αντίθεση με το μύθο που έχει δεκαετίες τώρα καλλιεργηθεί ο λιγνίτης είναι πολύ ακριβό καύσιμο, όταν συνυπολογισθεί το εξωτερικό κόστος, δηλαδή οι οικονομικές επιπτώσεις της αφαίμαξης των νερών, των σοβαρότατων επιπτώσεων στην ύδρευση / άρδευση οικισμών / χωραφιών, της απώλειας παραγωγικών γαιών, της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, κλπ. Με βάση παλιότερες μελέτες στελεχών της ΔΕΗ (Κορδας 1997) το εξωτερικό κόστος του λιγνίτη, υπολογίζοντας τις οικονομικές επιπτώσεις μόνο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, αγγίζει τα 7 δις δραχμές ετησίως ! Με την εφαρμογή του ευρωπαϊκού μηχανισμού εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών CO2 από 1-1-2005, άλλη μία επιβαρυντική παράμετρος εισέρχεται στην εξίσωση κόστους του λιγνίτη, η οποία μάλιστα θα είναι άμεσα πληρωτέα και θα τη δούμε πιθανότατα σύντομα στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος.
Ζητούμε λοιπόν, αντί να εντείνουμε συνεχώς την εξάρτηση και την ενεργειακή μας μονομέρεια, να σχεδιάσουμε ένα πρόγραμμα σταδιακής και προσεκτικής απεξάρτησης από το λιγνίτη (και παράλληλης παράτασης της ζωής των λιγνιτικών αποθεμάτων), στήριξης σε άλλες μορφές ενέργειας, εξοικονόμησης, κλπ. Το πρόγραμμα πρέπει απαραίτητα να προβλέπει την οικονομική στήριξη των περιοχών που πλήττονται από το κλείσιμο των παλιών λιγνιτικών μονάδων (ειδικό αναπτυξιακό σχέδιο, πρόσθετη ενίσχυση για την ίδρυση μονάδων ΑΠΕ, όπου είναι εφικτή, κλπ). Ας μην ξεχνάμε ότι οι περιοχές αυτές, όπως ο Ν. Κοζάνης, ο Ν. Φλώρινας, η Μεγαλόπολη, κλπ απορφανίστηκαν σε φυσικούς πόρους (κάρβουνο, νερά και παραγωγικά εδάφη) προκειμένου να εξορυχτεί το κάρβουνο και να εξασφαλιστούν κατά 70 % οι ενεργειακές ανάγκες της χώρας.
Στις περιοχές αυτές πρέπει να γίνουν μεγάλες επενδύσεις κυρίως σε έργα φυσικού κεφαλαίου (διαχείρισης του υδάτινου δυναμικού, αποκατάστασης γαιών, ενίσχυσης και προστασίας των δασών και των ορεινών όγκων, διαχείρισης και προστασίας των περιοχών φυσικού κάλλους και αξίας, Natura, κλπ) καθώς επίσης και να τύχουν ειδικών πρόσθετων επιδοτήσεων σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα για την εγκατάσταση ΑΠΕ. Σημειωτέον ότι οι περιοχές αυτές διαθέτουν και το πλεονέκτημα της ύπαρξης δικτύων μεταφοράς ενέργειας. Έτσι θα υπερκαλυφοθύν οι απώλειες θέσεων εργασίας από τη μείωση της ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο το λιγνίτη. Ένα τέτοιο πρόγραμμα, που συνοδεύεται με συνολική αύξηση των θέσεων εργασίας (κι όχι απολύσεις όπως προπαγανδίζει το λιγνιτικό λόμπι), έχει σαν πρώτο ελάχιστο βήμα τη σταθεροποίηση της λιγνιτικής παραγωγής και σε καμιά περίπτωση την αύξηση της.