Παραρτήματα της απόφασης “πολιτικών προτεραιοτήτων” που υιοθέτησε κατ΄ αρχή το Συνέδριο Επανεκκίνησης των Οικολόγων Πράσινων στις 6 και 7 Ιουλίου 2013
Στα παρακάτω παραρτήματα της απόφασης “πολιτικών προτεραιοτήτων” που υιοθέτησε κατ΄ αρχή το Συνέδριο Επανεκκίνησης των Οικολόγων Πράσινων στις 6 και 7 Ιουλίου, διατυπώνονται κατευθύνσεις για ένα αναλυτικό εναλλακτικό σχέδιο για τη χώρα, ως πρώτη συμβολή σε έναν ουσιαστικό διάλογο, ώστε να προκύψει μια πιο ολοκληρωμένη παρέμβαση και πρόταση. Τα παραρτήματα δεν ανατρέπουν ψηφισμένες αποφάσεις συνεδρίων ούτε αντικαθιστούν ολοκληρωμένα προγράμματα προηγούμενων συνεδρίων.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1
Η αποτυχία της εφαρμοζόμενης πολιτικής
Πριν ξεσπάσει η ελληνική κρίση, η κυβέρνηση της ΝΔ ισχυρίζονταν ότι η χώρα μας ήταν θωρακισμένη και η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση δεν θα μας επηρέαζε. Στην πραγματικότητα όλοι ξέραμε ότι αυτό ήταν ένα ψέμα. Τα προβλήματα κρύβονταν κάτω από το χαλί. Όταν ξέσπασε η πρωτοφανής κρίση η κοινωνία και το πολιτικό σύστημα δεν είχαν καν συζητήσει πώς θα την αντιμετωπίσουν. Η φωτιά επεκτάθηκε με αυτόν τον τρόπο γιατί ούτε προετοιμασία υπήρξε για τον περιορισμό των επιπτώσεων ούτε σχέδιο διεξόδου από αυτή την κρίση με τις λιγότερες δυνατές απώλειες σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.
Στην αρχή θεωρήθηκε πρόβλημα το έλλειμμα, αλλά οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν οδήγησαν σε έκρηξη και στο χρέος. Οι πολιτικές που ακολουθούνται αποδείχτηκαν άστοχες και αδιέξοδες, διαλύουν την κοινωνική συνοχή, καταστρέφουν την πραγματική οικονομία, οδηγούν σε εκρηκτικά επίπεδα ανεργίας και κοινωνικής φτώχειας χωρίς να επιλύουν τα διαρθρωτικά και δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας. Η αποτυχία δεν οφείλεται μόνο στην πρωτοφανή ένταση της κρίσης και στα αχαρτογράφητα νερά στα οποία μπήκε και η χώρα και η Ευρώπη, αλλά κυρίως στο ότι οι προϋποθέσεις και τα μοντέλα που ακολουθήθηκαν, εξαιτίας μιας άκαμπτης ιδεολογικής εμμονής, επικέντρωσαν σε μια οριζόντια λιτότητα που οδήγησε μέχρι τώρα σε απώλεια του ΑΕΠ κατά 25%, ανεργία στο γενικό πληθυσμό πάνω από 27% και στους νέους πάνω από 57% αλλά και σε επιδείνωση του δημόσιου χρέους χωρίς να έχει επιτευχθεί γενικότερα διατηρήσιμη βελτίωση των δημοσιονομικών της χώρας.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο κυριάρχησαν λογικές τιμωρίας κι όχι αλληλεγγύης για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα. Αρχικά θεωρήθηκε ότι η κρίση στην Ελλάδα είναι αποκλειστικά συνέπεια των ελληνικών διαρθρωτικών προβλημάτων της, αγνοήθηκαν τα διαρθρωτικά προβλήματα της Ευρω-ζώνης. Υιοθετήθηκαν από μέρος του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος στερεότυπα του στυλ “οι τεμπέληδες Έλληνες”. Οι κοινωνίες βρέθηκαν σε αμηχανία.
Όμως δε μπορούν να αντιμετωπιστούν τα δημοσιονομικά προβλήματα με ύφεση που έχει ξεπεράσει συνολικά το 25%. Η εμμονή σε αυτήν την πολιτική είναι κυρίως ιδεολογικού χαρακτήρα, δεν επιβεβαιώνεται η αποτελεσματικότητά της από την πραγματικότητα.
Η όποια μείωση του ελλείμματος έχει βασιστεί κυρίως σε δραματική μείωση των μισθών, συντάξεων και κοινωνικών πολιτικών, όχι σε βιώσιμες μεταρρυθμίσεις. Είναι αμφίβολο αν μπορεί να διατηρηθεί μακροχρόνια όποιο – και εφόσον υπάρξει – πρωτογενές πλεόνασμα, αν δεν γίνουν διαρθρωτικές και στοχευμένες αλλαγές.
Το δημόσιο χρέος αντί να μειωθεί, όπως στόχευε η πολιτική που εφαρμόστηκε, εκτοξεύθηκε και παρά το PSI+ δεν θα είναι σε βιώσιμα επίπεδα ούτε το 2022.
Το εμπορικό ισοζύγιο ελάχιστα έχει βελτιωθεί ως αποτέλεσμα μεταρρυθμίσεων στην παραγωγική βάση της χώρας, αν και παρατηρείται μια μικρή βελτίωση στις εξαγωγές, ως αποτέλεσμα ιδιωτικών πρωτοβουλιών.
Η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα της χώρας έχει επηρεαστεί μόνο από τη μείωση των μισθών και όχι από αλλαγές στην ενεργειακή αποτελεσματικότητα, την καινοτομία και την αποτελεσματικότερη χρήση φυσικών κι ενδυνάμωση των ικανοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού. Στις σύγχρονες κοινωνίες δεν μπορεί η παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μιας χώρας να βασίζονται στην πτώση του βιοτικού επιπέδου, τη μείωση των μισθών και στην απορρύθμιση των συνθηκών και σχέσεων εργασίας. Πέρα από τις επιπτώσεις στην κοινωνική συνοχή, παρόμοιες επιλογές οδηγούν σε απώλεια των πιο αποδοτικών και δυναμικών τμημάτων της οικονομικής ζωής, που αναζητούν καλύτερη τύχη σε άλλες χώρες και οικονομίες λόγω των προσόντων που διαθέτουν. Ήδη, αυτό συμβαίνει στη χώρα μας, με την παρατηρούμενη απώλεια έμπειρων στελεχών, επιστημονικού και εξειδικευμένου προσωπικού.
Το τρέχον σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης όχι μόνο αποτυγχάνει στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων, αδυνατεί να αντιμετωπίσει τα αίτια αυτών των προβλημάτων, δεν συμβάλλει στις βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούνται. Σχεδόν όλες οι υποθέσεις και προβλέψεις των προγραμμάτων διάσωσης έχουν πέσει έξω. Όμως θα πρέπει να τεθεί σε σωστή βάση η κριτική. Η διάσωση της Ελλάδας -με βάση το τρέχον σχέδιο – θα απαιτήσει πάνω από 260 δις Ευρώ και τα αποτελέσματα είναι αμφίβολα. ΟΙ ευρωπαίοι φορολογούμενοι θα έχουν υψηλό οικονομικό κόστος, ενώ οι έλληνες πολίτες βαρύ οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Το κύριο πρόβλημα λοιπόν είναι ότι αυτά τα 260 δις πάνε σε μια μαύρη τρύπα, αν κατευθύνονταν πχ 26 δις Ευρώ, το 10% δηλαδή του ποσού αυτού, για μεταρρύθμιση της οικονομίας, στοχευμένη δημιουργία θέσεων εργασίας και αναδιοργάνωση της διοίκησης, των κοινωνικών πολιτικών και υποδομών, το χρέος της χώρας θα μπορούσε να μειωθεί σημαντικά και οι κοινωνικές επιπτώσεις της προσαρμογής να είναι περιορισμένες.
Οι πολιτικές δυνάμεις στη χώρας μας ευθύνονται γιατί δεν επεξεργάστηκαν και δεν επεξεργάζονται ούτε καν τώρα ένα πιο ισορροπημένο σχέδιο διεξόδου από την κρίση. Η τρόικα ευθύνεται γιατί ενώ βλέπει ότι η πολιτική που προωθείται αποτυγχάνει παταγωδώς στην αντιμετώπιση της κρίσης και οδηγεί σε επέκτασή της στην πραγματική οικονομία και την κοινωνική συνοχή επιμένει σε αυτό, αντί να ανοίξει έναν ουσιαστικό διάλογο για αναπροσαρμογή των πολιτικών μετά από κοινωνικό και πολιτικό διάλογο με τους φορείς στην Ελλάδα, που θα οδηγούσε και σε ευρύτερη υποστήριξη της νέας στρατηγικής.
Η ελληνική κρίση είναι, λοιπόν, κατά αρχάς συνέπεια της αναποτελεσματικότητας του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Όμως, οι πολιτικές που προωθούνται υπό την πίεση των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων της Ευρώπης προσπάθησαν να κρύψουν κάτω από το χαλί τα διαρθρωτικά προβλήματα της Ευρωζώνης που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην επιδείνωση της ελληνικής κρίσης. Το μίγμα πολιτικών που ακολουθούνται με τη βούλα της τρόικα δεν αντιστρατεύονται μόνο πολλές από τις ευρωπαϊκές πολιτικές αξίες και πολιτικές, αλλά εκφράζουν μια ιδεολογική εμμονή σε μια πολιτική λιτότητας πάνω στη λιτότητα, προώθησης ιδιωτικοποιήσεων χωρίς διάκριση αν αφορούν κοινωνικά αγαθά όπως το πόσιμο νερό, και περιοχές με καθεστώς προστασίας και περιορισμού χρήσεων, που αποδεικνύεται ιδιαίτερα επικίνδυνη όπου έχει εφαρμοστεί.
Η άρνηση και ο λαϊκισμός
Νοσταλγία για το παρελθόν; Υπάρχουν πολλοί που είναι ιδιαίτερα οργισμένοι γιατί έχασαν αυτά που είχαν στο παρελθόν. Όμως, το μοντέλο ανάπτυξης που ακολούθησε η χώρα τις τελευταίες δεκαετίες δεν ήταν βιώσιμο ούτε κοινωνικά δίκαιο.
Απέναντι στο σημερινό κυβερνητικό μοντέλο δεν αποτελεί εναλλακτική πρόταση ο λαϊκισμός του “όχι σε όλα”, της τερατολογίας, ή πολύ περισσότερο ένας νεοναζιστικός επιθετικός δήθεν αντισυστημικός λόγος και πρακτικές μίσους και ρατσιστικών διακρίσεων ή ένα κοινωνικό – οικονομικό μοντέλο «κρατικού καπιταλισμού» σοβιετικού τύπου, που απέτυχε ιστορικά και κατέρρευσε.
Είναι σαφές ότι πρέπει, επίσης, να αποδομηθεί η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ, ως δήθεν αντισυστημική δύναμη, με δεδομένο ότι είναι ένα κόμμα που κάθισε πάνω στην οργή και τα κενά που άφησε η κοινωνική και κρατική απουσία σε κρίσιμους χώρους και σφαίρες της ζωής των πολιτών και με την πολιτική και τις αξίες της οδηγεί την κοινωνία προς την βαρβαρότητα και τον κοινωνικό πόλεμο. Είναι μια πολιτική δύναμη που όχι μόνο δεν συγκρούεται με ισχυρά συμφέροντα, αντιθέτως τα βάζει με αδύναμους και μεμονωμένους “εύκολους στόχους”. Αντιπροσωπεύει περισσότερο μια κουλτούρα υποκόσμου, αντί μια κουλτούρα ενάντια στο “σύστημα”. Αξιοποιεί τα προβλήματα (φτώχεια, μετανάστευση, ανεργία) όχι για να δώσει λύσεις αλλά για να κερδίσει εκλογική επιρροή και να προωθήσει ένα βάρβαρο πολιτικό σχέδιο.
Η χώρα ακολουθούσε πριν την κρίση μια πορεία που αργά ή γρήγορα οδηγούσε σε βαθιά κρίση. Αυτό δεν πρέπει να αποκρύβεται και έχει κατανοηθεί από την μεγάλη πλειοψηφία των ελλήνων πολιτών. Η ευθύνη του πολιτικού συστήματος (κυβερνήσεις αλλά και αντιπολίτευση) είναι ότι δεν έλαβε εγκαίρως μέτρα στο πλαίσιο μιας προσεχτικά σχεδιασμένης και κοινωνικά δίκαιης κι ισορροπημένης πολιτικής για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα, σε οικονομικό, διοικητικό, παραγωγικό και κοινωνικό επίπεδο.
Πρέπει, λοιπόν, να αντιμετωπιστούν τα δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας και της Ευρώπης, αλλά πρέπει να αντιμετωπιστούν με κοινωνικά δίκαιο και ισορροπημένο τρόπο, με αλληλεγγύη, με ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που θα συμφωνηθούν με την κοινωνία των πολιτών αλλά και θα βοηθήσουν, τελικώς, τους πολίτες να ζουν καλύτερα και με πιο βιώσιμο τρόπο, δεν θα τους φορτώνουν μόνο με τεράστια προβλήματα.
Αδιέξοδο, λοιπόν, το παλιό μοντέλο, άστοχο και κοινωνικά -οικονομικά καταστροφικό το σημερινό, δεν φτάνει όμως απλώς να το καταγγέλλουμε. Απαιτείται εναλλακτικό σχέδιο διεξόδου.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2
Η εναλλακτική πρόταση διεξόδου από την κρίση
Αντιμετώπιση της κρίσης με κοινωνικά δίκαιες πολιτικές
Από την κρίση δεν θα βγούμε με κοινωνικά άδικα μέτρα που διαλύουν την κοινωνική συνοχή και την πραγματική οικονομία, όπως συμβαίνει σήμερα με την εφαρμοζόμενη πολιτική, αλλά μέσα από κοινωνικά δίκαιη, ισορροπημένη πολιτική, που αντιμετωπίζει τα δημοσιονομικά και άλλα διαρθρωτικά προβλήματα της χώρας, ενώ παράλληλα:
– αλλάζει ριζικά το αναπτυξιακό μοντέλο, το πολιτικό σύστημα, τους θεσμούς, την κοινωνική οργάνωση,
– δημιουργεί και ενισχύει μορφές κοινωνικής αλληλεγγύης,
– αναζωογονεί την οικονομία, μέσα από την στροφή της προς Πράσινη κατεύθυνση,
– δημιουργεί εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και σε διαφόρων νομικών κι εμπορικών μορφών κοινωνικές επιχειρήσεις.
Οι λύσεις στην κρίση θα προέλθουν από εμάς, την ελληνική κοινωνία, αλλά με ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Είτε θα είναι ευρωπαϊκές, κοινωνικά δίκαιες και δημοκρατικές είτε δεν θα υπάρξουν. Μόνο δημιουργώντας συμμαχίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις άδικες πολιτικές και να προσαρμόσουμε τις πολιτικές αντιμετώπισης της κρίσης στις ευρωπαϊκές αξίες αλλά και σε αξίες που κάποτε υπήρχαν στην ελληνική κοινωνία (αλληλεγγύη, υπεράσπιση του κοινού καλού και του δημόσιου συμφέροντος).
Τι αλλάζει σε ευρωπαϊκό επίπεδο;
Σε επίπεδο κυβερνήσεων (Συμβούλιο, Ευρωζώνη) δεν έχουν αλλάξει πολλά με την έννοια ότι συνεχίζουν να είναι προσκολλημένοι σε μια πολιτική που εμμένει στην αυστηρή λιτότητα και τις περικοπές,
Ποιος θα πρέπει να είναι οι προτεραιότητες μιας διαφορετικής στρατηγικής;
Είναι άμεση ανάγκη η αλλαγή της μέχρι σήμερα στρατηγικής για την αντιμετώπιση της κρίσης. Η εφαρμογή ενός προγράμματος ενίσχυσης της οικονομικής δραστηριότητας και του επενδυτικού περιβάλλοντος. Δίνοντας βαρύτητα σε κοινωνικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνες επενδύσεις. Ευρείας κλίμακας χρηματοδότηση και ενίσχυση της απασχόλησης, ιδιαίτερα των νέων, με στόχο πράσινες κοινωνικές επενδύσεις. Όχι συνέχιση ενός αποτυχημένου αναπτυξιακού προτύπου: αυτοκινητόδρομοι, ανεξέλεγκτη δόμηση, μαζικός τουρισμός, βρόμικη παραγωγή και ανεύθυνη κατανάλωση. Άλλωστε η αποεπένδυση που έχει γίνει εξαιτίας της κρίσης σε πάρα πολλούς τομείς αποτελεί ευκαιρία για αλλαγή πολιτικής και προτεραιοτήτων.
Το γεγονός ότι η πολιτική που ακολουθείται σήμερα είναι αδιέξοδη κι αναποτελεσματική, δεν πρέπει να μας οδηγεί και στην απόρριψη – μαζί με την εφαρμοζόμενη πολιτική – της ανάγκης να αντιμετωπιστούν τα δημοσιονομικά προβλήματα, χωρίς μάλιστα να αδιαφορούμε για την αντιμετώπιση και των άλλων κρίσεων, οικονομικής, κοινωνικής, κλιματικής – περιβαλλοντικής.
– Ναι θα έπρεπε να έχουμε σχέδιο μεταρρύθμισης του συστήματος υγείας, όχι μόνο για να αντιμετωπιστεί η διαφθορά και η σπατάλη πόρων, αλλά και για να γίνει το σύστημα αποτελεσματικό ως προς τις υπηρεσίες που προσφέρει στον πολίτη. Δαπανούσαμε αναλογικά πολλά χρήματα χωρίς να είναι οι υπηρεσίες ποιοτικές και προς όφελος των πολιτών. Εξοικονομήσεις λοιπόν δημόσιων δαπανών σε τομείς όπως υγεία ή παιδεία, θα πρέπει να επανεπενδύονται εξ ολοκλήρου για αναβάθμιση και διεύρυνση των αντίστοιχων παροχών προς την κοινωνία.
Σε κάθε περίπτωση θα έπρεπε να υπάρχει ένα συμφωνημένο με την κοινωνία σχέδιο για να αντιμετωπίσουμε οι ίδιοι τα προβλήματά μας, μέσα σε λογικό χρονικό διάστημα, με εφαρμογή λογικών και ισορροπημένων πολιτικών. Δεν μπορούμε να περιμένουμε να μας λύσουν οι άλλοι τα προβλήματά μας, δεν πρέπει να θεωρούμε ότι οι άλλοι είναι οι μόνοι υπεύθυνοι για τα προβλήματά μας. Όπως και δεν μπορούμε να μεταφέρουμε δυσανάλογα μεγάλο βάρος, δημόσιο ή περιβαλλοντικό χρέος, στις επόμενες γενιές, δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια μας μπροστά στα προβλήματα, δεν πρέπει να φοβόμαστε να αναλάβουμε τις ευθύνες μας.
Αλλαγή φιλοσοφίας του Μνημονίου, προσαρμογή των όρων του σε μια δίκαιη και ισορροπημένη πολιτική
Παράλληλα με την απόρριψη του Μνημονίου και την επισήμανση ότι δεν είναι ίδια ούτε όλα τα Όχι ούτε όλα τα Ναι, προωθούμε ως πρώτο βήμα αλλαγή της φιλοσοφίας και των πολιτικών του Μνημονίου, ώστε οι όροι του να είναι τουλάχιστον συμβατοί με τις Ευρωπαϊκές αξίες και πολιτικές. Οι Οικολόγοι Πράσινοι, θέλουμε ΚΑΙ ευρώ ΚΑΙ μια ευρωπαϊκή κοινωνία, και δε δεχόμαστε να θυσιάσουμε τίποτε από τα δύο.
Μέρος του συνολικού χρηματοδοτικού πακέτου της χώρας, που θα φτάσει τα 260 δις Ευρώ για την μετατροπή του χρέους προς ιδιώτες σε χρέος προς τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ειδικό επενδυτικό πακέτο και ομόλογα έργου να στραφούν στοχευμένα στην πραγματική οικονομία και κυρίως στην ανάπτυξη μιας καινοτόμας, πράσινης οικονομίας πλούσιας σε θέσεις εργασίας, και να συμβάλει στην αποπληρωμή μέρους του χρέους μέσω της αναζωογόνησης ακριβώς της οικονομίας και της απασχόλησης.
Λέμε ναι σε έναν ουσιαστικό κι αποτελεσματικό κοινωνικό διάλογο για την άμεση αντιμετώπιση της ανεργίας και της φτώχειας, την ενεργητική πολιτική για την απασχόληση, τη στρατηγική για κοινωνική συνοχή, και παράλληλα την προστασία του περιβάλλοντος.
Για να βγούμε από την κρίση απαιτείται ένα συνεκτικό εναλλακτικό σχέδιο που θα επιτυγχάνει την σταδιακή δημοσιονομική εξυγίανση με ισορροπημένο και κοινωνικά δίκαιο τρόπο, ενώ θα αναζωογονεί και θα αλλάζει την οικονομία, θα ενισχύει την κοινωνική συνοχή και θα δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας. Ένα τέτοιο σχέδιο μπορεί να συμφωνηθεί με την κοινωνία και να εφαρμοστεί μόνο αν η οργή των πολιτών μετατραπεί σε συνειδητή απόφαση αλλαγών και μεταρρυθμίσεων προς όφελος της κοινωνίας και των πολιτών.
Αυτή η εναλλακτική πρόταση για να είναι αποτελεσματική πρέπει να έχει την υποστήριξη μιας μεγάλης πλειοψηφίας της κοινωνίας και να προκύψει από τα κάτω, μέσα από ειλικρινή και δημιουργικό διάλογο στην κοινωνία, στην αυτοδιοίκηση, μεταξύ των κοινωνικών και επαγγελματικών φορέων αλλά και μεταξύ των πολιτικών κομμάτων και μπορεί να αποτυπωθεί, εφόσον υπάρξει, και σε πολιτικό επίπεδο. Στόχος πρέπει να είναι μέσα από αυτόν τον διάλογο να διαμορφωθεί ένα νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο, που θα περιέχει ταυτόχρονες απαντήσεις και για την οικολογική κρίση, ώστε να αποτελεί παράλληλα και Πράσινο Κοινωνικό Συμβόλαιο.
Οι Πράσινοι λέμε ότι αυτό το σχέδιο πρέπει να βασιστεί σε μερικές προτεραιότητες:
– Προσαρμογή των στόχων και των πολιτικών δημοσιονομικής εξυγίανσης στις ευρωπαϊκές αξίες και πολιτικές, ώστε να ανταποκρίνεται στην ανάγκη αναζωογόνησης της οικονομίας (μέσω και της στροφής της σε πράσινη κατεύθυνση), κοινωνικής συνοχής, επανένταξης στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα των εκατομμυρίων ανέργων (μεταξύ άλλων και με δραστικά μέσα όπως πχ απαγόρευση της πολυθεσίας, ποσοστό των προσλήψεων να αφορά σε νέους). Συζήτηση με την κοινωνία για τη διαμόρφωση μιας ευρύτατης συναίνεσης για το ποιες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις χρειάζεται η χώρα και πώς μπορεί να τις πετύχει.
– Εξασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης, ξεκάθαρου σχεδίου και ιεράρχηση προτεραιοτήτων και ευνοϊκό θεσμικό – φορολογικό πλαίσιο για επενδύσεις από δημόσιους, ευρωπαϊκούς και ιδιωτικούς πόρους σε τομείς κοινωνικής και περιβαλλοντικής καινοτομίας, που δημιουργούν θέσεις εργασίας και καλύπτουν τα μεγάλα ελλείμματα που υπάρχουν στις κοινωνικές και περιβαλλοντικές πολιτικές που θα κάνουν τη ζωή των πολιτών πιο ανθρώπινη και βιώσιμη.
– Ανεξάρτητη αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και των επιπτώσεων του προγράμματος που ακολουθείται ώστε να αυξηθεί η πίεση για ουσιαστικές αλλαγές στο σχέδιο εξυγίανσης και προσαρμογής. Με τη συμμετοχή όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και κοινωνικών φορέων, εκπροσώπων του ελληνικού κοινοβουλίου και των ευρωβουλευτών χρειάζεται να συζητηθεί τι χρειάζεται να γίνει προκειμένου να αντιμετωπιστούν μεταξύ άλλων οι σημαντικές αποκλίσεις, συμπεριλαμβανομένων των συνεπειών του προγράμματος προσαρμογής στις πολιτικές υγείας, κοινωνικής συνοχής, απασχόλησης, δευτερογενών επιπτώσεων.
– Ενδυνάμωση των δομών και πολιτικών κοινωνικής συνοχής κι αλληλεγγύης προς τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, ώστε να μπορούν να έχουν μια αξιοπρεπή ζωή όσοι έχασαν το επάγγελμά τους και βρέθηκαν στο περιθώριο, αν και πριν λίγα χρόνια μπορεί να είχαν μεγάλη οικονομική άνεση.
Από το Μάιο του 2012 έχουν παρουσιαστεί από τους ΟΠ προτάσεις 10 σημείων για τις απαραίτητες επείγουσες αλλαγές, ενώ και οι Πράσινοι στο Ευρωκοινοβούλιο έχουν παρουσιάσει ένα αντίστοιχο πλαίσιο 7 σημείων. Η επικαιροποίησή τους και η οικοδόμηση ευρύτατων συμμαχιών σε ελληνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο θα πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητα το επόμενο διάστημα. Οι πολιτικές δυνάμεις που υποσχέθηκαν προεκλογικά την επαναδιαπραγμάτευση, θα πρέπει να πιεστούν να λογοδοτήσουν για την μετέπειτα στάση τους.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3
Ποια πολιτική μπορεί να μας βγάλει από την κρίση;
Η εναλλακτική πρόταση διεξόδου από την κρίση θα πρέπει λοιπόν να είναι αποτελεσματική, δημοκρατική, πολιτική, κοινωνικά υπεύθυνη, ειλικρινής, νεανική. Πρέπει να στηρίζεται από και να στηρίξει δημιουργικές δυνάμεις στην κοινωνία και την πολιτική. Να δημιουργεί αισιοδοξία και ελπίδα με έργα και εφαρμοζόμενες πολιτικές αλλαγές, ρήξεις, μεταρρυθμίσεις που έχουν άμεσο αποτέλεσμα στην ποιότητα ζωής των πολιτών. Να μην είναι απλώς ψεύτικες υποσχέσεις.
Φυσικά πρέπει να βασίζεται στην αλήθεια, στην ειλικρινή σχέση με τους πολίτες, να μην βασίζεται σε ψευδαισθήσεις, λαϊκισμό και ψεύτικες υποσχέσεις. Δεν πρέπει να δίνονται υποσχέσεις από τα κόμματα που δεν θα μπορούν να τηρηθούν, όπως πχ αποκατάσταση όλων των μισθών στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα χωρίς να υπάρχουν οι αναγκαίοι οικονομικοί πόροι και με κατεστραμμένη την οικονομία. Η βιώσιμη ευημερία δεν μπορεί -τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια- να στηριχθεί σε μεγάλη αύξηση εισοδημάτων, σε αυξανόμενη κατανάλωση και σε μια υπόσχεση συνεχούς αύξησης του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος αλλά σε βελτίωση των συνθηκών ζωής των πολιτών, υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος και των δημόσιων αγαθών, αύξηση της αποτελεσματικότητας και βιωσιμότητας της οικονομίας μέσα από βέλτιστη χρήση ενέργειας, πρώτων υλών και φυσικών πόρων.
Για ένα νέο κοινωνικό πρότυπο, για μια συνεκτική πολιτική κοινωνικής συνοχής
Χρειαζόμαστε ένα νέο κοινωνικό πρότυπο τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη που θα βασίζεται σε βιώσιμα μοντέλα παραγωγής και κατανάλωσης και όχι σε μια πλασματική καταναλωτική ευημερία που θα βασίζεται σε δανεικά, μη ανανεώσιμους φυσικούς πόρους, το μέλλον των παιδιών μας.
Ρεαλιστικό είναι – αντί για αποπροσανατολιστικές υποσχέσεις που θα προκαλέσουν μεγαλύτερη απογοήτευση όταν διαψευσθούν – να διαμορφωθεί μέσα από ευρύτερες συμφωνίες μια πολιτική που διασφαλίζει ότι:
– όλοι οι πολίτες, ανεξαρτήτως αν είναι άνεργοι ή εργαζόμενοι, έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και βασικές κοινωνικές υπηρεσίες, βασίζονται σε ένα ελάχιστο δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας,
– όλοι οι πολίτες έχουν ένα βασικό εισόδημα που εξασφαλίζει την αξιοπρεπή επιβίωσή τους, με πόρους που θα μπορούσαν να εξασφαλιστούν και από ευρωπαϊκά προγράμματα.
– ενισχύονται τα πιο αδύναμα νοικοκυριά με συγκεκριμένα προγράμματα πχ ενεργειακή αυτάρκεια, πολύπλευρη πολιτική για μείωση του κόστους ενοικίου, υποστήριξη πρωτοβουλιών για οικοδομικούς συνεταιρισμούς κατασκευής κοινωνικών κατοικιών.
– διαμορφώνεται συνεκτικό πλαίσιο για δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας και αναζωογόνηση της οικονομίας μέσα από πράσινες, κοινωνικές καινοτομίες.
Για την κοινωνική συνοχή και σύγκλιση όχι μόνο μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών και περιφερειών αλλά και στο εσωτερικό της χώρας
Οι Πράσινοι έχουμε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις και έχουμε αγωνιστεί για να συμβάλλει ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός (Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο) 2014-2020 όσο και τα πέντε Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά κι Επενδυτικά Ταμεία τόσο στις αναγκαίες αλλαγές στην οικονομία, την περιφερειακή ανάπτυξη, την βιωσιμότητα όσο και στην κοινωνική συνοχή όσο και στην σύγκλιση μεταξύ κρατών και περιφερειών. Ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων, και αντιπρόεδρος της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης Νίκος Χρυσόγελος, είναι μάλιστα ο εισηγητής των πράσινων για θέματα πολιτικών συνοχής και για τον κανονισμό του Ευρωπαϊκού ταμείου Συνοχής και συμμετείχε ενεργά στον “τρίλογο” (διάλογος μεταξύ Ευρωκοινοβουλίου, Συμβουλίου και Κομισιόν) για οριστικοποίηση των κατευθύνσεων και του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου την περίοδο 2014-2020.
Όμως δεν αρκεί η ύπαρξη πολιτικών συνοχής σε ευρωπαϊκό επίπεδο, απαιτείται και η διαμόρφωση σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο ανάλογων πολιτών συνοχής ώστε να υπάρξει σύγκλιση και κοινωνική συνοχή, ιδιαίτερα αυτή την περίοδο της κρίσης που αλλάζει τα πάντα, μεταξύ των ελληνικών περιφερειών όσο και στο εσωτερικό κάθε ελληνικής περιφέρειας. Προτείνουμε επίσης την δημιουργία Ταμείου Κοινωνικής Συνοχής και Αλληλεγγύης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο για την ενίσχυση της σύγκλισης μεταξύ περιφερειών αλλά και στο εσωτερικό των περιφερειών της χώρας. Στο ταμείο αυτό μπορεί να συνεισφέρουν πηγές καινοτόμες, ίδιοι πόροι, ώστε να ενισχύονται προγράμματα και πολιτικές συνοχής κι αλληλεγγύης. Πχ σε νησιωτικές περιφέρειες μπορεί κάθε τουρίστας να συνεισφέρει δυο ευρώ για ενίσχυση δράσεων περιβαλλοντικής και κοινωνικής σημασίας. Παρόμοιους πόρους έχουν καθιερώσει αρκετές περιοχές, μεταξύ των οποίων η Ίμπιζα αλλά και οι Βρυξέλλες.
Εναλλακτική πολιτική για βελτίωση της αποδοτικότητας και ανταγωνιστικότητας της οικονομίας
Το σχέδιο που εφαρμόζεται επιμένει σε μια πολιτική εσωτερικής υποτίμησης (κυρίως με μείωση των μισθών και του κόστους εργασίας, απορρύθμισης της αγοράς εργασίας και των κοινωνικών πολιτικών) για να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα κι ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Είναι γεγονός ότι η αποτελεσματικότητα και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας (με την έννοια της βέλτιστης απόδοσης των ανθρώπινων, φυσικών, ενεργειακών και οικονομικών πόρων για την παραγωγή ενός προϊόντος ή υπηρεσίας) θα μπορούσε να βελτιωθεί αλλά με εντελώς με διαφορετικό τρόπο. Κάτι τέτοιο, θα μπορούσε να στηριχθεί κατά προτεραιότητα:
(α) στην ενδυνάμωση των ικανοτήτων και δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού και των ανθρώπινων πόρων,
(β) στην μείωση της γραφειοκρατίας,
(γ) στην εξάλειψη της διαφθοράς,
(δ) στη βέλτιστη αξιοποίηση των υπαρχόντων ευρωπαϊκών και τοπικών οικονομικών πόρων
(ε) στην αποτελεσματική χρήση πρώτων υλών και ενέργειας.
(στ) Στην ενίσχυση του ανταγωνισμού μέσω και του ανοίγματος των κλειστών επαγγελμάτων, ιδίως στις μεταφορές
Παρόμοιες πολιτικές θα μπορούσαν να κερδίσουν την υποστήριξη της πλειοψηφίας των πολιτών. Εξάλλου, σύμφωνα με έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας (Φεβρουάριος 2013), η αδυναμία προσέλκυσης επενδυτικών κεφαλαίων, πέραν των συγκυριακών λόγων (έλλειψη ρευστότητας, κρίση χρέους) οφείλεται σε 7 διαρθρωτικούς παράγοντες
(α) Μη προβλέψιμο φορολογικό καθεστώς
(β) ασταθές κανονιστικό πλαίσιο
(γ) καθυστέρηση στη δικαστική επίλυση διαφορών
(δ) χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες
(ε) έλλειψη διαφάνειας και διαφθορά
(στ) ανεπάρκεια σύγχρονων υποδομών
(ζ) δυσλειτουργίες κι ακαμψίες στην αγορά εργασίας
Ο ρόλος άλλων παραγόντων στην αύξηση της αποδοτικότητας και ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Η χαρακτηριστική περίπτωση της ενέργειας
Στα Μνημόνια παραγνωρίζεται πλήρως η δυνατότητα βελτίωσης των δημοσιονομικών μέσω του περιβαλλοντικού και ενεργειακού εκσυγχρονισμού της ελληνικής οικονομίας, της προώθησης της πράσινης καινοτομίας, της ενεργειακής αποτελεσματικότητας και της βιώσιμης διαχείρισης των φυσικών πόρων.
Είναι γνωστό όμως ότι ένας από τους σημαντικούς παράγοντες που επηρεάζουν την παραγωγικότητα της οικονομίας είναι η ενέργεια. Η αντιμετώπισή του μπορεί να γίνει με δύο τρόπους:
(α) μείωση του ενεργειακού κόστους για την βιομηχανία, το εμπόριο και τα νοικοκυριά
(β) αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας ώστε να απαιτείται λιγότερη ενέργεια για το ίδιο έργο.
Με δεδομένο ότι δεν υπάρχει “φτηνή ενέργεια”, πολύ περισσότερο αν ενσωματωθεί στις τιμές της ενέργειας και το “εξωτερικό κόστος” (ρύπανση, επιπτώσεις στην υγεία, κλιματική αλλαγή), η πιο αποδοτική μέθοδος για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα και η αποδοτικότητα μιας οικονομίας αλλά και των επιχειρήσεων και υπηρεσιών σε σχέση με τον ενεργειακό παράγοντα είναι η αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, δηλαδή η μείωση της ενέργειας που απαιτείται για την παραγωγή μιας μονάδας προϊόντος ή μιας συγκεκριμένης υπηρεσίας. Αυτή η “Ενεργειακή μεταβολή” όπως αποδεικνύεται και από την γερμανική εμπειρία, μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλες καινοτομίες, βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες, χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας και καλύτερες συνθήκες για βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες.
Σε γενικές γραμμές, η αποδοτικότητα είναι μια έννοια που συγκρίνει τις εισροές σε ένα σύστημα με τις εκροές του, σημαίνει επίτευξη «περισσότερων με λιγότερα». Από την στιγμή που η αποδοτικότητα επιδιώκεται σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας, το σύστημα μπορεί να αναφέρεται σε μια παραγωγική διαδικασία (που παράγει περισσότερα με λιγότερα) ή μια ολόκληρη οικονομία (επίτευξη περισσότερης χρησιμότητας με τις συνολικές εισροές). Με αυτή την έννοια, η αποδοτικότητα των πόρων σε μικροοικονομικό επίπεδο συνδέεται συχνά με βελτιώσεις που κάνει η εταιρεία ώστε να παράγει τα προϊόντα της πιο αποτελεσματικά, π.χ. χρησιμοποιώντας λιγότερες πρώτες ύλες για να επιτευχθεί η ίδια ή καλύτερη απόδοση. Υπάρχει σημαντική προοπτική για τέτοιες βελτιώσεις σε επιχειρήσεις σε όλη την ΕΕ.
Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η αποδοτικότητα των πόρων σχετίζεται με τη βελτιστοποίηση της ροής των φυσικών πόρων σε όλο το οικονομικό σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης. Αυτό σημαίνει ότι λαμβάνεται υπόψη η προοπτική του κύκλου ζωής και περιλαμβάνονται όχι μόνο διεργασίες προσανατολισμένες στην παραγωγή, αλλά και ζητήματα που προκύπτουν στο τέλος του κύκλου ζωής τους όπως επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση.
Η οικονομία που χρησιμοποιεί αποδοτικά τους πόρους παράγει και καταναλώνει τους πόρους με βιώσιμο τρόπο (ώστε να κάνει “καλύτερα με λιγότερα”). Είναι μια πιο πράσινη οικονομία. Η διαφορά είναι ότι η αποδοτικότητα των πόρων μπορεί να μετρηθεί, επιτρέποντας την ανάπτυξη των ποσοτικών στόχων και την παρακολούθηση της προόδου.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4
Ένα νέο σχέδιο για επενδύσεις που εξασφαλίζουν την κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα
Η κυβέρνηση προσπαθώντας είτε για λόγους επικοινωνιακούς είτε για λόγους “επιστροφής στην ανάπτυξη” να δημιουργήσει ένα διαφορετικό πολιτικό και οικονομικό κλίμα, έχει αρχίσει να παρουσιάζει τις προτάσεις της για την “οικονομία και την ανάπτυξη”
Βασικά σημεία του σχεδίου αυτού φαίνεται ότι είναι:
– Απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και της περιβαλλοντικής νομοθεσίας με σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων και αποφάσεων που λαμβάνονται συνεχώς ώστε να “προσελκυστούν επενδυτές και επενδύσεις”, ιδιαίτερα σε τομείς real estate, μεγάλων τουριστικών εγκαταστάσεων, ιδιωτικοποιήσεων (ενέργειας, λιμανιών, αεροδρομίων κα)
– Επανεκκίνηση των “μεγάλων έργων”, κυρίως των 4 οδικών αξόνων. Για το σκοπό αυτό δίνει σημαντικές προκαταβολές και πληρώνει σημαντικά ποσά ανταποκρινόμενη σε σημαντικό βαθμό στις απαιτήσεις των κατασκευαστικών εταιριών, ενώ φαίνεται να δεσμεύει και μέρος των δανείων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων που προορίζονταν για άλλες δράσεις (σχολεία, κοινωνικές πολιτικές κα).
– Ενθάρρυνση με κάθε μέσο και στήριξη σχεδίων μεγάλων τουριστικών επενδύσεων που είχαν για διάφορους λόγους κολλήσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Ήδη προωθούνται με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους επενδύσεις συγκεκριμένων επιχειρήσεων που συνδυάζουν ξενοδοχειακές μονάδες με σύνθετη τουριστική κατοικία. Οι επενδύσεις αυτές γίνονται με καθεστώς που είναι προκλητικά ευνοϊκότερο σε σχέση με επενδύσεις που θα γίνονταν με βάση το προηγούμενο καθεστώς (πχ εισφορά σε γη, περιβαλλοντικοί όροι, χρήση αιγιαλού και δημόσιων χώρων κα). Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση Αφάντου Ρόδου, όπου η παραχώρηση της έκτασης 1400 στρεμμάτων, γίνεται με όρους που απαλλάσσει τον επενδυτή από εισφορά σε γη (του χαρίζει δηλαδή 700 στρέμματα), του “χαρίζει” 209 στρέμματα αρχαιολογικό χώρο ιδιαίτερα σημαντικής αξίας κα, διασφαλίζοντας του τη δυνατότητα να χτίσει μέχρι 800 στρέμματα.
– Προώθηση με κάθε μέσο των επενδύσεων εξόρυξης χρυσού παρά την καθολική αντίθεση των φορέων και των τοπικών κοινωνιών στην Θράκη, Κιλκίς και Χαλκιδική και παρά το γεγονός ότι τα οφέλη για τη χώρα θα είναι μηδαμινά.
– Ιδιωτικοποίηση νερού (ΕΥΑΘ, ΕΥΔΑΠ), παρά την αποτυχία των σχετικών προγραμμάτων όπου εφαρμόστηκαν και παρά το γεγονός ότι ούτε προβληματικές είναι οι σχετικές επιχειρήσεις ούτε υπάρχουν σαφείς δεσμεύσεις για τις εταιρίες που θα αναλάβουν την λειτουργία των επιχειρήσεων ύδρευσης.
– Παραχώρηση των δραστηριοτήτων διαχείρισης των απορριμμάτων σε ιδιωτικές επιχειρήσεις για τα επόμενα 27-30 χρόνια παρά το γεγονός ότι οι τοπικές κοινωνίες θα δεσμευτούν μακροχρόνια σε μοντέλα διαχείρισης που αφενός αντιστρατεύονται την ορθολογική διαχείριση των απορριμμάτων (πρόληψη, μείωση, επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, κομποστοποίηση) και αφετέρου έχουν τριπλάσιο και τετραπλάσιο κόστος σε σχέση με “πράσινα” μοντέλα διαχείρισης
– Παραχώρηση μέρους της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη και ορυκτά καύσιμα σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, ιδιωτικοποιώντας μέρος της ρυπογόνου παραγωγής ενέργειας και ίσως της εξόρυξης λιγνίτη, αντί να αποκεντρώσει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω της στροφής στην πράσινη ενέργεια.
– Ιδιωτικοποιεί τα περισσότερα λιμάνια, αεροδρόμια και υποδομές χωρίς καν να θέτει κανόνες, και χωρίς σαφές περιβαλλοντικό πλαίσιο. Ο πρωθυπουργός έχει δημόσια ομολογήσει ότι το όνειρό του είναι να μετατραπεί η παραλιακή ζώνη της Αττικής από το Φάληρο μέχρι τη Βουλιαγμένη σε “ελληνική Ριβιέρα”.
Η διαφορά μεταξύ όσων συνέβαιναν στο παρελθόν και συνέβαλαν στη χρεοκοπία της χώρας και όσων προβάλλονται ως “σωτηρία” και “επιστροφή στην ανάπτυξη” είναι ότι τώρα επιλέγεται μεγαλύτερη δόση ιδιωτικοποίησης σε συνδυασμό με την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και του περιβαλλοντικού κεκτημένου. Δηλαδή περισσότερο από το παλιό. Στο μοντέλο αυτό υπάρχει όλο και μεγαλύτερος χώρος στις οικονομικές εκείνες δυνάμεις που καθόρισαν την πορεία της χώρας και σε σημαντικό βαθμό την διαπλοκή με την πολιτική εξουσία και όλο και μικρότερο περιθώριο για την ανάπτυξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και μιας περιφερειακής – τοπικής οικονομίας προς όφελος των πολιτών και της κοινωνίας. Σε κάθε περίπτωση χαμένη θα είναι η καινοτομία, η υπεύθυνη επιχειρηματικότητα, το περιβάλλον αλλά σε σημαντικό βαθμό οι πιο δημιουργικές και δυναμικές κοινωνικές ομάδες.
Εμείς αντιπροτείνουμε ένα ολοκληρωμένο οικονομικό πρόγραμμα που έχει τις εξής προτεραιότητες:
– Έμφαση στην καινοτομία, ιδιαίτερα κοινωνική και περιβαλλοντική καινοτομία
– Έμφαση στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας κι αποτελεσματικότητας της οικονομίας μέσω της βελτίωσης της χρήσης πρώτων υλών και ενέργειας, της καλύτερης οργάνωσης της εργασίας, της αναβάθμισης των ικανοτήτων, δεξιοτήτων και γνώσεων του ανθρώπινου δυναμικού, της μείωσης της γραφειοκρατίας, της ενίσχυσης της έρευνας και τεχνολογικής αλλαγής καθώς και της μεταφοράς κι αξιοποίησης καλών παραδειγμάτων και πρακτικών.
– Εκπαίδευση κι ενημέρωση σε θέματα πράσινης τεχνολογίας και προώθηση των πράσινων επαγγελμάτων μέσω της κατάρτισης και εκπαίδευσης, ιδιαίτερα της τεχνολογικής και της ανώτατης. Στοχευμένες πολιτικές για προώθηση της πράσινης τεχνολογίας, όπως μέσω τεχνολογικών πάρκων, εκθέσεων. Ενίσχυση της σχετικής τεχνολογικής έρευνας.
– Στροφή της βαριάς βιομηχανίας σε πράσινες τεχνολογίες ώστε να διασωθεί μέσα από το πρασίνισμα της, ιδιαίτερα τα ναυπηγεία, η μεταλλουργία, η τσιμεντοβιομηχανία και οι κατασκευές.
– Αξιοποίηση και επανάχρηση προς όφελος του δημόσιου συμφέροντος των υπαρχουσών υποδομών που είναι συχνά εγκαταλελειμμένες (σιδηροδρομικό δίκτυο, κτίρια κλπ)
– Το μοντέλο επιχειρήσεων που χρειάζεται να ευνοηθεί είναι αφενός αποτελεσματικά οργανωμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις και δίκτυα συνεργασίας τους κι αφετέρου συνεργατικές – συνεταιριστικές επιχειρήσεις που θα είναι δημοκρατικά διοικούμενες, και θα λειτουργούν σε νέα, σύγχρονη βάση που θα αποτρέψει φαινόμενα αποτυχίας, διαφθοράς, διαπλοκής και πελατειακών σχέσεων. Δημιουργία κατάλληλου θεσμικού πλαισίου, δομών συμβουλευτικής και συστηματικής αξιολόγησης, χρηματοδότησης, εκπαίδευση ανθρώπινου δυναμικού σε όλα τα επίπεδα.
– Προσαρμογή του μαζικού τουρισμού σε κοινωνικές και περιβαλλοντικές προδιαγραφές και σύνδεσή του με την πρωτογενή παραγωγή (κατανάλωση τοπικών προϊόντων) ώστε να μειωθεί ο ανταγωνισμός που δημιουργείται με άλλες παραγωγικές δυνατότητες των περιοχών. Επένδυση από εδώ και πέρα κυρίως σε ήπια μοντέλα τουρισμού, αγρο-και οικο-τουρισμό, μικρές και μεσαίες μονάδες που συνδέονται απολύτως με την τοπική παραγωγή και ανταποκρίνονται σε υψηλών απαιτήσεων ενεργειακές και περιβαλλοντικές προδιαγραφές. Ιδιαίτερα σε κορεσμένες τουριστικά περιοχές νέες επενδύσεις σε μεγάλες τουριστικές μονάδες μόνο αν αποσύρεται κάποια αντίστοιχου μεγέθους.
– Αλλαγή ολόκληρου του ενεργειακού μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης ώστε σταδιακά η χώρα να απεξαρτηθεί πλήρως από τα ορυκτά καύσιμα (λιγνίτη, πετρέλαιο, φυσικό αέριο) αλλά και να αποκεντρώσει την παραγωγή ενέργειας και να περάσει σε ένα διαφορετικό οικονομικό μοντέλο. Δεν προτείνουμε μόνο αλλαγή των πηγών ενέργειας που χρησιμοποιούνται αλλά και αλλαγή του μοντέλου των επιχειρήσεων που παράγουν την ενέργεια. Από το κρατικό μονοπώλιο παραγωγής ενέργειας ΔΕΗ και τις μεγάλες επιχειρήσεις που ελέγχουν σήμερα την συμβατική αλλά και μεγάλο μέρος των ΑΠΕ προτείνουμε να μεταβούμε σε ένα περισσότερο αποκεντρωμένο και πολυμετοχικό μοντέλο επιχειρήσεων παραγωγών ενέργειας. Η παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ θα βασιστεί κυρίως σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, στα νοικοκυριά και σε συνεργατικές – συνεταιριστικές ενεργειακές επιχειρήσεις αξιοποιώντας το μίγμα των ανανεώσιμων πηγών που υπάρχουν σε κάθε περιφέρεια με στόχο την μεγιστοποίηση του κοινωνικού οφέλους και την ελαχιστοποίηση του περιβαλλοντικού κόστους, την διατήρηση κεφαλαίων στο τοπικό επίπεδο (τοπικοποίηση οικονομίας) και την δημιουργία εσόδων για στήριξη κοινωνικών και περιβαλλοντικών υποδομών, τοπικής απασχόλησης αλλά κι ενθάρρυνση της έρευνας και καινοτομίας ώστε να αξιοποιούνται τα νέα επιστημονικά και τεχνολογικά δεδομένα από τις ΜΜΕ.
– Αντί για ιδιωτικοποίηση του νερού προτείνουμε κοινωνικοποίησή του και ενδυνάμωση των συνεργασιών μεταξύ δημοσίου-δημοσίου, δηλαδή μεταξύ των Εταιριών Ύδρευσης – Αποχέτευσης (ΕΥΑ) των διαφόρων περιοχών αλλά και με πανεπιστήμια και κοινωνικούς -περιβαλλοντικούς φορείς ώστε να βελτιωθούν οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιδόσεις τους και να προωθηθεί η οικολογική διαχείριση των υδατικών πόρων στη βάση των απαιτήσεων της Οδηγίας Πλαίσιο για τα Νερά.
– Πολιτισμός, ως κινητήρια δύναμη όχι μόνο για την επιστροφή στην αισιοδοξία αλλά και για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την ανάπτυξη της δημιουργικότητας και της συλλογικής και προσωπικής ανάπτυξης, την κοινωνική ένταξη και ενσωμάτωση αποκλεισμένων κοινωνικών ομάδων και υποβαθμισμένων χώρων.
– Προστασία και διαχείριση του περιβάλλοντος, ανάπτυξη των πράσινων υπηρεσιών και υποδομών όχι μόνο για να πετύχουμε την βιωσιμότητα της κοινωνίας αλλά και ως κινητήρια δύναμη για αλλαγές στην οικονομία και δημιουργία νέων δυναμικών οικονομικών δραστηριοτήτων και απασχόλησης, με έμφαση στην οικολογική καινοτομία παντού, όχι μόνο στην ενέργεια, στις μεταφορές και στη διαχείριση των απορριμμάτων.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5
Τι είδους βιομηχανική πολιτική
Μέχρι τώρα ουσιαστικά στη χώρα δεν υπήρξε βιομηχανική πολιτική. Είναι άμεση ανάγκη λοιπόν ο στρατηγικός σχεδιασμός βιομηχανικής πολιτικής για έξοδο της Ελλάδας από την κρίση. Στο πλαίσιο αυτό, έχουμε αναλάβει πρωτοβουλίες, κυρίως μέσω της παρουσίας μας στο Ευρωκοινοβούλιο, για τη διαμόρφωση μέσα από διάλογο μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για τη βιομηχανία με επιλογές, στόχους, εργαλεία εφαρμογής κι αλλαγή του στρεβλού μοντέλου που ακολούθησε η χώρα τις τελευταίες δεκαετίες.
Η λύση δεν βρίσκεται στην κατεύθυνση της μείωσης των μισθών και της απορρύθμισης της εργασίας αλλά στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της παραγωγικής βάσης της χώρας σε βιώσιμες κατευθύνσεις, συμπεριλαμβανομένης της οικολογικής καινοτομίας και της ενεργειακής αποτελεσματικότητας
– Η αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης της χώρας πρέπει να γίνει μέσα από διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους, ιδιαίτερα εν όψει της επόμενης προγραμματικής περιόδου 2014-2020, με στόχο την ιεράρχηση ως προτεραιοτήτων των βιώσιμων οικονομικών δραστηριοτήτων και της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας.
– Είναι θέμα επιβίωσης της βιομηχανίας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων η ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού: ξεκάθαροι κανόνες – συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών – που θα εφαρμόζονται από όλους αλλά και κανόνες για τυχόν κρατικές ενισχύσεις σε κρίσιμους τομείς που είναι υπό αναδιάρθρωση. Αναγκαία είναι και η απλοποίηση των διαδικασιών χωρίς να οδηγεί όμως σε απορρύθμιση και ο σχεδιασμός σε περιφερειακό επίπεδο βάση των πλεονεκτημάτων αλλά κι αντοχών κάθε περιφέρειας.
– Ουσιαστική αποκέντρωση των οικονομικών και διοικητικών δραστηριοτήτων. Σήμερα, λόγω της κρίσης παρατηρείται μια αναγκαστική αποκέντρωση αλλά αυτή δεν πρέπει να γίνεται άτακτα αλλά βάση σχεδίου, με κίνητρα και μελέτη των ιδιαιτεροτήτων των περιοχών της χώρας που μπορούν να δεχτούν αστικό πληθυσμό.
– Οι ελλείψεις της χώρας σε τομείς εντάσεως γνώσης και τεχνολογίας, καθώς και στις τοπικές παραγωγικές αλυσίδες ιδιαίτερα στην περιφέρεια, είναι τέτοιες ώστε ακόμα κι όταν ενισχύεται η τοπική ζήτηση, το εισόδημα διαφεύγει και ιδιαίτερα στο εξωτερικό. Στο εθνικό επίπεδο πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι η βιώσιμη κοινωνικό-οικονομική και περιβαλλοντική ανάπτυξη είναι αυτή που δημιουργεί θέσεις εργασίας και άρα πρέπει να ενισχυθεί η παραγωγική βάση. Ο σχεδιασμός πολιτικής στην έρευνα και την τεχνολογία πρέπει να περάσει στην περιφέρεια. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο απαιτείται να τεθούν ασφαλιστικές δικλείδες ώστε να προστατεύονται χώρες όπως η Ελλάδα που μαστίζεται από ύφεση 25% με έμφαση σε συγκεκριμένους τομείς.
– Τα χρήματα που διατίθενται για τη διάσωση της Ελλάδας ανέρχονται σε 260 δις ευρώ, όμως δεν κατευθύνονται στην πραγματική οικονομία ή στην αναδιοργάνωση της διοίκησης. Μέρος της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης του προγράμματος προσαρμογής καθώς και επιπλέον επενδυτικό πακέτο και ομόλογα έργου πρέπει να κατευθυνθούν στην πραγματική οικονομία, για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά και τα δημοσιονομικά προβλήματα στη βάση ενός αποτελεσματικού, εναλλακτικού σχεδίου διεξόδου από την κρίση.
– Η βιομηχανία και οι Μικρο-Μεσαίες επιχειρήσεις δεν έχουν ρευστότητα και δεν έχουν πρόσβαση στη δανειοδότηση, όπως είναι σήμερα η κατάσταση. Ακόμα και αν έχουν πρόσβαση στη χρηματοδότηση, τα επιτόκια δανεισμού είναι υψηλά, κάτι που επιδεινώνει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Χρειάζονται λοιπόν νέα εργαλεία, μεταξύ άλλων ενίσχυση του ρόλου των συνεταιριστικών τραπεζών αλλά και προσαρμογή τους σε υψηλότερες, ευρωπαϊκές προδιαγραφές για να ενισχύσουν την απασχόληση, την τοπική οικονομία και ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τις συνεταιριστικές επιχειρήσεις.
Αλλαγή του παγκόσμιου και ευρωπαϊκού οικονομικού μοντέλου
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια ιστορική πρόκληση: να μετατρέψουμε την σημερινή παγκόσμια κρίση σε διαρθρωτική ευκαιρία για να δημιουργηθεί ένα νέο οικονομικό μοντέλο που παράγει λιγότερη προβλήματα και περισσότερες θέσεις εργασίας, κατανέμει το ΑΕΠ πιο δίκαια και βασίζεται σε ένα μοντέλο βιώσιμης ευημερίας που αποσυνδέεται από τη συνεχή και μόνιμη αύξηση της κατανάλωσης φυσικών πόρων και ενέργειας αλλά και μια αντίληψη απεριόριστης ανάπτυξης του ΑΕΠ με κάθε κόστος. Καλούμε αυτό το σενάριο “οικο-κοινωνική ανάπτυξη».
Η μετάβαση αυτή συνεπάγεται νέα πρότυπα, νέες αξίες και καινοτόμους τρόπους σκέψης και δεν μπορεί (και δεν θα) πρέπει να λειτουργεί με τους ίδιους ανθρώπους και πολιτικές δυνάμεις που οδήγησαν τον κόσμο στην παρούσα καταστροφή. Νέοι άνθρωποι και νέες κοινωνικές – πολιτικές δυνάμεις πρέπει να έρθουν στην εξουσία, που μπορούν να επαναπροσδιορίσουν την έννοια των οικονομικών σχέσεων παράλληλα με την οικολογική σκέψη, μετατρέποντας την αξιοποίηση των φυσικών πόρων από κερδοσκοπική λειτουργία σε λειτουργία ηθική, οικολογική και κοινωνική. Η κρίση είναι βαθιά και δημιουργεί σε πολλούς απαισιοδοξία. Το αισιόδοξο όμως είναι ότι αυτές οι δημιουργικές δυνάμεις υπάρχουν μέσα στην κοινωνία και περισσότεροι άνθρωποι νοιώθουν πλέον την ανάγκη αλλαγών.