Για την πολιτική συγκυρία | Απόφαση του τακτικού Συνέδριου, 15-16 Νοεμβρίου 2014
Οι εκλογές της 18ης και 25ης Ιουνίου ανέδειξαν σε σημαντικό βαθμό το πολιτικό αδιέξοδο της χώρας:
Η κυβέρνηση τιμωρήθηκε καθαρά με τα ποσοστά της να συρρικνώνονται: Η ΝΔ έχασε περισσότερες από 3 ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδή περισσότερο από το 10% της εκλογικής της βάσης το 2012, ενώ το ΠΑΣΟΚ, παρά την «διεύρυνση» του ως ΕΛΙΑ έχασε περισσότερες από 4 ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδή περισσότερο από το 1/3 της δύναμης του.
Η ΔΗΜΑΡ, πρώην κυβερνητικός εταίρος συντρίφθηκε, χάνοντας το 80% της εκλογικής της βάσης.
Συνολικά τα κόμματα, που κυβέρνησαν την χώρα από το 2012 μέχρι σήμερα έχασαν 12 ποσοστιαίες μονάδες.
Ωστόσο τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν τα πήγαν καλύτερα:
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε ένα μικρό ποσοστό της δύναμης του, αλλά εάν αναλογιστούμε την φυσιολογικά μεγαλύτερη αποχή των ευρωεκλογών έχει χάσει περισσότερους από 100.000 ψηφοφόρους.
Ταυτόχρονα το δεύτερο κόμμα, που αναδείχθηκε στην βάση της αντίστασης ενάντια στο μνημόνιο, οι ΑΝΕΛ, κατέρρευσαν με την σειρά τους χάνοντας περισσότερο από το 50% της εκλογικής τους βάσης.
Μεγάλοι κερδισμένοι της αναμέτρησης το νέο, προσωποπαγές και απολίτικο «Ποτάμι» που καρπώθηκε το μεγαλύτερο μέρος της δυσαρέσκειας και η Χρυσή Αυγή, που αναδείχθηκε σε 3ο κόμμα, χωρίς ωστόσο να ξεπεράσει το μονοψήφιο ποσοστό.
Όπως έδειξαν οι ευρωεκλογές του 2014 και πιο πριν οι εθνικές εκλογές του Ιουνίου 2012, παραδοσιακοί πυλώνες στήριξης του κόμματος δια της ψήφου των πολιτών επαναπροσδιορίζονται:
- Οι μεταϋλιστικές αξίες βρίσκονται σε οπισθοχώρηση σε μια περίοδο όξυνσης των ανισοτήτων και της φτώχειας, η μεσαία τάξη συρρικνώνεται.
- Επίσης, η πολιτική διαμαρτυρία μορφοποιείται πολύ ευκολότερα από τη λαϊκιστική ρητορία.
- Επιπλέον, συχνά τα θέματα περιβάλλοντος και ποιότητας ζωής (που θα μπορούσαν να είναι το δυνατό χαρτί της πολιτικής οικολογίας) επισκιάζονται από θέματα άμεσης επιβίωσης, ανθρωπιστικής κρίσης και άλλα απότοκα της οικονομικής κρίσης.
Η κρίση ανατρέπει ιδεολογίες, αντιπροσωπεύσεις, συναρθρώσεις κοινωνικών συμφερόντων, το ίδιο το σύστημα της πολιτικής αντιπροσώπευσης. Στο μεταβαλλόμενο κομματικό σύστημα παρατηρείται μια ευρύτατη ανακατάταξη κομμάτων, ρόλων και προσώπων.
Η ΨΗΦΟΣ-ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ
Η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές ήταν απλή και σαφής: «ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ-ΦΕΥΓΟΥΝ». Αυτή η στρατηγική αποδείχθηκε εντελώς λαθεμένη και ανεφάρμοστη:
- Σε επίπεδο αυτοδιοικητικών εκλογών, με εξαίρεση την τεράστια περιφέρεια Αττικής, όπου η πολιτική σημασία της ψήφου είναι κυρίαρχη, οι πολίτες ψηφίζουν κυρίως με άλλα κριτήρια: Τα πρόσωπα, τα τοπικά προβλήματα και δυστυχώς τις εξαρτήσεις που έχουν από τοπικούς άρχοντες. Ήταν μεγάλο λάθος του ΣΥΡΙΖΑ να συνδέσει την ενδεχόμενη επιτυχία ή αποτυχία των υποψηφίων του με μια ενδεχόμενη επιτυχία ή αποτυχία σε επικείμενες βουλευτικές εκλογές. Στην πράξη φάνηκε ξεκάθαρα, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ακόμα εκείνα τα τοπικά ερείσματα, ώστε να κερδίσει την πλειοψηφία των δήμων και των περιφερειών. Αφού λοιπόν μόνος του έκανε την επιλογή να συνδέσει την ενδεχόμενη επιτυχία των υποψηφίων του με μία μελλοντική επιτυχία στις βουλευτικές εκλογές, έβαλε ένα αυτογκόλ, που πιθανόν να αποδειχθεί καθοριστικό για τις επικείμενες εκλογές.
- Αντίστοιχα λαθεμένη είναι η υπαγωγή των ευρωεκλογών σε εθνικό δημοψήφισμα για δύο λόγους: Αφ’ ενός στις ευρωεκλογές η ψήφος είναι πιο χαλαρή και διαχέεται σε αρκετά μικρά κόμματα. Επομένως ανέκαθεν τα μεγάλα κόμματα έβλεπαν τα ποσοστά τους να συρρικνώνονται. Με αυτό το δεδομένο θα ήταν δύσκολο για τον ΣΥΡΙΖΑ να συγκεντρώσει ένα τόσο μεγάλο ποσοστό, που να είναι πρόκριμα για τις βουλευτικές. Αφ’ ετέρου χάθηκε μία χρυσή ευκαιρία να αναδειχθεί το ευρωκοινοβούλιο, ως εκείνος ο θεσμός, που μπορεί με αλλαγή συσχετισμού να συμβάλει στον εκδημοκρατισμό της Ε.Ε. και την εδραίωση πολιτικών ευνοϊκότερων για τις ασθενέστερες οικονομικά χώρες. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ άνοιγε την ατζέντα «ευρωκοινοβούλιο», οι πολίτες θα είχαν πολύ σημαντικότερους λόγους να τον ψηφίσουν, αντί να συμμετέχουν σε ένα «άτυπο» δημοψήφισμα καταδίκης της κυβέρνησης. Μία δημοψηφισματική ψήφος έχει μόνο συμβολική αξία. Στην πράξη είναι μία άχρηστη ψήφος. Αντίθετα μία ψήφος για να αλλάξει συσχετισμό το ευρωκοινοβούλιο, είναι μία χρήσιμη ψήφος.
Οι μήνες που ακολούθησαν τις ευρωεκλογές, έδειξαν ότι η παγίωση της πρωτιάς του ΣΥΡΙΖΑ και το άνοιγμα της ψαλίδας του με τη ΝΔ, προέρχονται περισσότερο από την υποχώρηση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Οι διαθέσιμες εναλλακτικές λύσεις με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούν να συγκεντρώνουν περιορισμένη απήχηση, ενώ η κοινωνία φαίνεται μέχρι στιγμής να παραμένει επιφυλακτική απέναντι και σε αυτόν.
Η Αριστερά πρέπει να αποφύγει υποσχέσεις που δε μπορούν να υλοποιηθούν καλλιεργώντας αυταπάτες στο λαό, να πει ολόκληρη την αλήθεια και να μην χαϊδέψει αυτιά. Η αλήθεια είναι ριζοσπαστική και παιδευτική για ένα λαό που έμαθε στις υποσχέσεις και τα ρουσφέτια των πολιτικών. Τα ριζοσπαστικά λόγια πολιτικών χωρίς την αλήθεια και ρεαλισμό είναι πολλαπλά επικίνδυνα. H Αριστερά ας πει το τι μπορεί να κάνει ως κυβέρνηση, λαμβάνοντας υπόψη τα πραγματικά δεδομένα, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ανοιχτά οικονομικά σύνορα, με αποδιοργανωμένη δημόσια διοίκηση και διαλυμένη οικονομία. Να προτείνει η ίδια ένα δίκαιο και αποτελεσματικό σύστημα αξιολόγησης του δημόσιου τομέα.
ΤΟ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ
Παρά το γεγονός ότι τα δύσκολα έπονται, η κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να είναι ικανοποιημένη:
Εισέπραξε μία φυσιολογική για ευρωεκλογές φθορά, αλλά ουσιαστικά τα ποσοστά που έχασε διατηρήθηκαν στην σοσιαλδημοκρατία χάρη στο Ποτάμι, που σε επικείμενες εκλογές θα μπορέσει ευκολότερα να παίξει τον ρόλο του τρίτου κυβερνητικού εταίρου.
Σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, το «δίλημμα» του Βενιζέλου, έπιασε τόπο: Φυσικά ο Βενιζέλος δεν έβαλε τον πήχη ψηλά. Αλίμονο εάν είχε θέσει ως κριτήριο επιτυχίας και παραμονής του στην κυβέρνηση ένα ποσοστό κοντά στο 12% που είχε συγκεντρώσει το 2012. Έθεσε ως στόχο ένα ποσοστό, που να τον διατηρεί στον ρόλο του «χρήσιμου κυβερνητικού εταίρου, και συσπείρωσε τα θρύψαλα της κεντροαριστεράς.
Η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ
Για μια ακόμα φορά αποδείχθηκε περίτρανα ότι δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζουμε τον ναζισμό, ως το «μαύρο σκυλί των καπιταλιστών» ή ως μία εγκληματική οργάνωση. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Χρυσή Αυγή δεν είναι εγκληματική οργάνωση. Σημαίνει απλά ότι δεν είναι μόνο εγκληματική οργάνωση. Είναι ένα κοινωνικό κίνημα και οι ψηφοφόροι της γνωρίζουν, αλλά ανέχονται την εγκληματική της συνιστώσα ως αναγκαίο κακό, όπως οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ γνώριζαν, ότι στο ΠΑΣΟΚ υπάρχουν λαμόγια, αλλά παρόλα αυτά εξακολουθούσαν να το ψηφίζουν.
Εξ ίσου μάταιη και ανιστόρητη θα ήταν μία ευρεία «αντιφασιστική» συμμαχία, όλων των δυνάμεων του πολιτικού τόξου ενάντια στη Χρυσή Αυγή: Οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής δεν συσπειρώθηκαν σε αυτήν επειδή το υπόλοιπο πολιτικό φάσμα είναι «διασπασμένο», ούτε θα την εγκαταλείψουν επειδή θα δελεαστούν από μία «αντιφασιστική συμμαχία» που θα περιλαμβάνει όλα τα κόμματα από το ΛΑΟΣ μέχρι την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η δημοκρατία ταυτίζεται με τον πλουραλισμό και μία «αντιφασιστική συμμαχία» μάλλον θα τόνωνε την μυθολογία της Χρυσής Αυγής, «εμείς οι καθαροί, ενάντια σε όλους τους σάπιους»
Η Χρυσή Αυγή ήρθε και θα παραμείνει, οπότε οφείλουμε να την αντιμετωπίσουμε ως ζώσα πραγματικότητα, με εναλλακτικές δράσεις στο κοινωνικό πεδίο. Όσο περισσότεροι πολίτες αποφασίζουν να σηκωθούν από τον καναπέ και να αναβαθμιστούν σε πολίτες από «πελάτες» ή «ιδιώτες» τόσο τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής θα μειώνονται. Ας μην έχουμε ωστόσο την αυταπάτη, ότι η Χρυσή Αυγή θα πέσει κάτω από το 5%. Ο καπιταλισμός και η αστική δημοκρατία βρίσκονται σε βαθειά κρίση αξιών και είναι ουτοπία να ελπίζουμε, ότι θα εκλείψουν όσοι οραματίζονται τον fuehrer που θα οδηγήσει το έθνος στο πεπρωμένο του.
ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ
Εκτιμούμε, ότι το Ποτάμι είναι θνησιγενής σχηματισμός, πού θα παίξει έναν πρόσκαιρο ρόλο στον εξωραϊσμό της κεντροαριστεράς. Εάν ο Στ. Θεοδωράκης αποδειχθεί ηγετική μορφή, θα αφομοιώσει βαθμιαία την Ελιά με τον ίδιο σε ηγετικό ρόλο. Στην αντίθετη περίπτωση, βαθμιαία θα αφομοιωθεί από τη μετεξέλιξη του ΠΑΣΟΚ.
Σε κάθε περίπτωση δεν μιλάμε για έναν διαφορετικό πολιτικό πόλο. Μιλάμε πάντα για τη σοσιαλδημοκρατία, που η εμβέλεια της δεν πρόκειται να αυξηθεί όσα προσωπεία και εάν αλλάξει. Η σοσιαλδημοκρατία θα διέρχεται όλο και μεγαλύτερη κρίση, όσο εντείνονται οι κοινωνικές ανισότητες και όσο οι πολυεθνικές θα επιβάλουν τους όρους τους σε βάρος των οικονομικά ασθενέστερων τάξεων και κρατών.
Αυτή η πραγματικότητα πρέπει να γίνει σαφής και για το οικολογικό κίνημα: Κατά τις δεκαετίες, που οι σοσιαλδημοκρατική διακυβέρνηση γέννησε το κοινωνικό κράτος, μία συμμαχία πράσινων-σοσιαλιστών, ήταν η πιο ρεαλιστική εναλλακτική στην συμμαχία δεξιών-φιλελεύθερων. Το κοινωνικό κράτος, όμως γεννήθηκε ως αντίπαλο δέος στη σφαίρα επιρροής της ΕΣΣΔ. Την εποχή εκείνη, τα καπιταλιστικά καθεστώτα είχαν κάθε λόγο να αναδιανέμουν ένα γενναίο ποσοστό των κερδών στο κοινωνικό κράτος για να αποδείξουν ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία μπορεί να εξασφαλίσει υγεία, βιοτικό επίπεδο και ευμάρεια καλύτερα από τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού. Σήμερα οι ευρωπαϊκές πολυεθνικές, αφενός δεν έχουν κανένα λόγο να ανέχονται την υψηλή φορολογία, που θα συντηρούσε τη δημόσια, υγεία παιδεία, κ.λπ. και αφ’ ετέρου έχουν να αντιμετωπίσουν τον σκληρό ανταγωνισμό χωρών, όπως η Κίνα, η Μαλαισία κ.λπ.
Η σοσιαλδημοκρατία δυσκολεύεται πολύ να αρθρώσει εναλλακτικό λόγο σε συνθήκες παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και όσες φορές οι πολίτες την κάλεσαν να κυβερνήσει, η διακυβέρνησή της ελάχιστα διέφερε από τη νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση. Πρέπει λοιπόν να γίνει σαφές ότι, όσο οι αντιθέσεις οξύνονται τόσο η σοσιαλδημοκρατία θα απομακρύνεται από τη βιωσιμότητα και γενικότερα τις αξίες του οικολογικού κινήματος. Τα ίδια τα γεγονότα αποδεικνύουν, ότι μία εναλλακτική οικονομική πρόταση δεν μπορεί να σταθεί ως εξωραϊσμός των μνημονιακών πολιτικών, όπως επιδιώκει η σοσιαλδημοκρατία.
Μία κυβερνώσα οικολογία, πρέπει να αναζητήσει νέους εταίρους στο πολιτικό φάσμα.
Η ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ
Σε ένα τόσο ρευστό τοπίο, όπου η αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, είναι λογικό να παραμένουν ρευστές και οι δικές μας προοπτικές.
Παρά τη βαριά ήττα των Οικολόγων Πράσινων στις τελευταίες εκλογές, τρεις παράγοντες αποδεικνύουν ότι οι οικολογικές προτάσεις βρίσκουν διαρκώς και μεγαλύτερη απήχηση:
- Από τη μία πλευρά τα κινήματα πολιτών, που αντιστέκονται στην καταπάτηση δημόσιου χώρου και αγωνίζονται για την προστασία των κοινών αγαθών, ωριμάζουν και πολλαπλασιάζονται. Η φωνή αυτών των κινημάτων δεν ηχεί πλέον ως μία «ρομαντική πολυτέλεια», αφού οι πολίτες γνωρίζουν ότι η αλόγιστη ανάπτυξη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό για τη χρεοκοπία. Η εκλογική ήττα του Πάχτα στην Χαλκιδική είναι ένα σημάδι αυτής της ωρίμανσης.
- Η οικονομική κρίση οδήγησε πολλούς ανθρώπους στην αναζήτηση βιοπορισμού στην πράσινη οικονομία. Κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, η επιστροφή μορφωμένων ανθρώπων στον πρωτογενή τομέα είχε συχνά ιδεολογικό υπόβαθρο. Σήμερα η στροφή στον πρωτογενή τομέα γίνεται από ανάγκη. Εκατοντάδες νέοι διαπιστώνουν στην πράξη ότι η πράσινη οικονομία, όχι μόνο δεν είναι ένας «αναχωρητισμός» και μία «άρνηση των επίγειων απολαύσεων» αλλά αντίθετα μπορεί να εξασφαλίσει μία καλύτερη ποιότητα ζωής. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη φετινή συνάντηση για τους σπόρους, που έγινε στο Ελληνικό, συμμετείχαν εκατοντάδες άνθρωποι, με την πλειοψηφία να μη χωράει στην αίθουσα της συνέλευσης. Το σημαντικότερο ήταν ότι πολλοί από τους ανθρώπους αυτούς είχαν πλέον επαγγελματική σχέση με το αντικείμενο.
- Παρά τη βαθειά αντιδημοκρατική δομή του «Καλλικράτη», που σχεδόν μηδενίζει τη σημασία της αντιπολίτευσης σε επίπεδο δήμων και περιφερειών, οι Οικολόγοι Πράσινοι στην αυτοδιοίκηση πέτυχαν να πολλαπλασιάσουν την παρουσία τους. Η επιτυχία αυτή γίνεται ακόμα μεγαλύτερη, εάν αναλογιστούμε τις εντελώς αρνητικές εσωκομματικές συνθήκες, που επικράτησαν τους τελευταίους 12 μήνες.
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΟΥΣΑ
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα προκύπτουν κρίσιμα συμπεράσματα:
- Τα παραδοσιακά κόμματα δεν έχουν μέχρι στιγμής καταφέρει να παρουσιάσουν στην κοινωνία μία αξιόπιστη στρατηγική εξόδου από την κρίση. Επομένως υπάρχει μεγάλο περιθώριο διείσδυσης των πράσινων προτάσεων στην κοινωνία.
- Η πορεία των Οικολόγων Πράσινων είναι παντελώς αναντίστοιχη, με την διαρκώς αυξανόμενη εμβέλεια στην κοινωνία και αυτό οφείλεται στις εσωτερικές του ανεπάρκειες και όχι στην αντικειμενική πραγματικότητα.
- Είναι σημαντική κρίσιμη ανάκτηση της αξιοπιστίας μας απέναντι στον πυρήνα του πράσινου ακροατηρίου: αυτούς που αγωνίζονται για θέματα περιβάλλοντος και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εκείνους που υιοθετούν οικολογικέ3ς πρακτικές στην καθημερινή τους ζωή, αλλά όσους συμμετέχουν σε εθελοντικές δράσεις και-ή υποστηρίζουν περιβαλλοντικές και κοινωνικές οργανώσεις. Στα επόμενα βήματα μας προέχει να δώσουμε στους πολίτες αυτούς απτά δείγματα γραφής και να ανανεώσουμε δεσμούς εμπιστοσύνης μαζί τους.
ΟΙ ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΚΛΕΙΔΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Η εμπειρία της Κοζάνης, μίας περιοχής όπου ένας βιομηχανικός κολοσσός καθορίζει το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι, πρέπει να γίνει παράδειγμα για όλη την Ελλάδα: Οι πολίτες δεν πρόκειται να δώσουν απόλυτη πλειοψηφία στον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί δεν εμπιστεύονται την ικανότητα του να κυβερνήσει. Οι πολίτες έχουν γυρίσει την πλάτη στους Οικολόγους Πράσινους.
Την ίδια στιγμή οι ίδιοι πολίτες άλλαξαν σελίδα και οδήγησαν στην εξουσία έναν δήμαρχο, που στηρίχθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ και τους Οικολόγους Πράσινους.
Πρέπει επιτέλους να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε ο μοναδικός πολιτικός φορέας, που μπορεί να παρουσιάσει ένα αξιόπιστο εναλλακτικό μοντέλο διακυβέρνησης. Θα είναι προδοσία απέναντι στη χώρα μας, αυτό το μοντέλο να παραμείνει στο περιθώριο, λόγω των εσωκομματικών προβλημάτων των ΟΠ.
ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΕΝΑ ΔΙΚΤΥΟ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Οι Οικολόγοι Πράσινοι οφείλουμε άμεσα να ανοίξουμε έναν ευρύ διάλογο με την κοινωνία και τους άλλους πολιτικούς φορείς, για μία εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης σε κατεύθυνση αντίθετη με τα μνημόνια και τις κυβερνητικές επιλογές.
Οφείλουμε να πρωτοστατήσουμε στη δημιουργία ενός δικτύου διαλόγου, στο οποίο να συμμετέχουν κόμματα, πρωτοβουλίες πολιτών, επαγγελματικοί φορείς, που να απαντήσει στο ερώτημα: Με ποιο πολιτικό πρόγραμμα, μπορεί να βγει η Ελλάδα από την κρίση και η οικονομία της να κάνει μία στροφή προς μία βιώσιμη οικονομία, που να σέβεται τον άνθρωπο και το περιβάλλον;
Αυτό το δίκτυο οφείλει να είναι η κύρια προτεραιότητα του κόμματός. Μέσω αυτού:
- Θα ξανασυναντηθούμε με τα κινήματα πολιτών. Μετά το 0,9% και τους αλλεπάλληλους κύκλους εσωστρέφειας, είναι ουτοπικό να υποθέσουμε ότι οι πολίτες θα έρθουν σε εμάς και θα αγκαλιάσουν τις εκδηλώσεις μας. Αντίθετα εάν πάμε εμείς σε αυτούς και μάλιστα με διακομματική συναίνεση, έχουμε όλη τη δυνατότητα να αναδείξουμε τα πλεονεκτήματα του προγράμματός μας.
- Θα αναδείξουμε την ικανότητα μας να συνομιλούμε και να συνεργαζόμαστε. Δεν υπάρχει κανένας άλλος πολιτικός φορέας, που να μπορεί να λειτουργήσει ως χώρος σύγκλισης διαφορετικών προσεγγίσεων. Αυτό το πλεονέκτημα θα μας οδηγήσει ξανά στο προσκήνιο.
Καθοριστικό ρόλο σε μία τέτοια πρωτοβουλία θα πρέπει να παίξουν οι αιρετοί μας στην Αυτοδιοίκηση, αφού ένα τέτοιο δίκτυο πρέπει να στελεχωθεί από πρόσωπα με ζωντανή παρουσία στις τοπικές κοινωνίες. Εάν αυτή η πρωτοβουλία ευοδώσει, θεωρούμε ότι τα αρνητικά αποτελέσματα των εκλογών από το 2012-14 θα αποτελέσουν παρελθόν και το κόμμα μας θα ανταποκριθεί στον ζωτικό ρόλο που οφείλει να παίξει στην κοινωνία.