Εξοικονόμηση ενέργειας προς μία οικονομία μηδενικού άνθρακα
Του Φίλιππου Γκανούλη στην Εφημερίδα των Συντακτών
Στην τελευταία έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC),το μήνυμα είναι πια σαφές: για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής είναι αναγκαίο να μειωθούν οι εκπομπές κατά το ήμισυ έως το έτος 2030 και να εξαλειφθούν εντελώς μέχρι το 2050.
Μια τέτοια τροχιά θα είναι ιδιαίτερα επίπονη μιας και αντιπροσωπεύει μια συνολική και ταχεία αντιστροφή της σημερινής μας κατεύθυνσης γενικότερα ως πολιτισμού. Έχουμε δημιουργήσει μια παγκόσμια ενεργειακή υποδομή γύρω από τα ορυκτά καύσιμα για πάνω από 200 χρόνια, και τώρα πρέπει να την μετατρέψουμε εντελώς σε 30. Για να επιτευχθεί αυτό κρίνεται απαραίτητη η συντονισμένη κυβερνητική δράση σε μαζική κλίμακα. Αυτό μεταφράζεται σε άμεσες δημόσιες επενδύσεις με στόχο την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών, ανεμογεννητριών και μπαταριών νέας γενιάς.
Ωστόσο ακόμη και κάτι τέτοιο δεν αρκεί από μόνο του. Υπάρχει κάτι που λείπει από τη στρατηγική της πράσινης μεταστροφής της κοινωνίας και της οικονομίας και αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί μοιραίο. Ειδικότερα, το σημαντικότερο πρόβλημα εντοπίζεται στην απουσία μέτρων αντιμετώπισης της αυξανόμενης ζήτησης ενέργειας.
Κάθε χρόνο, ο κόσμος παράγει 8 δισεκατομμύρια μεγαβατώρων καθαρής ενέργειας, επιπλέον απ’ ό, τι παρήγαγε το 2000. Ωστόσο, κατά την ίδια περίοδο, η οικονομική ανάπτυξη έχει προκαλέσει την αύξηση της ζήτησης ενέργειας κατά 486 εκατομμύρια μεγαβατώρες. Με άλλα λόγια, η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη οδηγεί σε τεράστιους ρυθμούς ζήτησης, που ξεπερνά την δυνατότητα μας παραγωγής καθαρής ενέργειας, και συνεπώς, οι εκπομπές συνεχίζουν να αυξάνονται.
Η πρόσφατη έκθεση της IPCC επισημαίνει ότι ένας ρεαλιστικός τρόπος για να παραμείνουμε κάτω από το 1,5C, είναι η μείωση της ζήτησης ενέργειας. Το σενάριο που προτείνεται -που αναπτύχθηκε από μια διεθνή ομάδα επιστημόνων- ζητά από τα έθνη υψηλού εισοδήματος, όπως η Βρετανία και οι ΗΠΑ, να μειώσουν σημαντικά την κατανάλωση υλικών ουσιών.
Αυτή τη στιγμή, τα εύπορα έθνη «καταβροχθίζουν» 28 τόνους υλικών ανά άτομο και ανά έτος -συμπεριλαμβανομένων όλων, από τα ψάρια έως τα δάση, τα πλαστικά έως τα μέταλλα. Αυτό ισούται με τέσσερις φορές περισσότερο από ό,τι θεωρείται βιώσιμο.Η εξαγωγή, παραγωγή και μεταφορά όλων αυτών των υλικών απαιτεί μια τεράστια ποσότητα ενέργειας. Συνεπώς, η μείωση της χρήσης τους, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση της παγκόσμιας ζήτησης ενέργειας και κατ’ επέκταση την διευκόλυνση για να επιτευχθεί μια οικονομία μηδενικού άνθρακα.
Αυτό δεν απαιτεί μόνο την απλοποίηση της καθημερινότητας των πολιτών, αλλά και την αλλαγή του τρόπου λειτουργίας της οικονομίας -μέσα από την αποφυγή της άσκοπης ανάπτυξης και χρήσης των υλικών. Κάποια ενδεικτικά μέτρα σχετίζονται με τον περιορισμό των αποβλήτων, μέσα από την απαγόρευση της υγειονομικής ταφής των τροφίμων, τη φορολόγηση του κόκκινου κρέατος για την προώθηση τροφίμων με μικρότερη κατανάλωση πόρων και την απαγόρευση πλαστικών μίας χρήσης. Επιπλέον, θα μπορούσε να επεκταθεί η πρόσβαση στα δημόσια αγαθά και να αναπτυχθούν μαζικότερα πλατφόρμες συνεργατισμού υπηρεσιών, χρήσης μηχανημάτων και αντικειμένων, όπως για παράδειγμα τα αυτοκίνητα και οι χορτοκοπτικές μηχανές. Όλα αυτά τα μέτρα θα μειώσουν, δραματικά, την κατανάλωση υλικών, χωρίς απώλειες στην ευημερία μας.
Ωστόσο, κρίνεται αναγκαίο να δράσουμε κατευθείαν στην καρδιά του προβλήματος: να θέσουμε ένα ανώτατο όριο στην ετήσια χρήση υλικών, με τη σταδιακή μείωση του κάτω από 8 τόνους κατά κεφαλή, μέχρι τα μέσα του αιώνα. Αυτό θα αλλάξει τα κίνητρα σε ολόκληρη την οικονομία – στρέφοντας τους ανθρώπους και τις επιχειρήσεις προς προϊόντα μακράς διάρκειας και ανακύκλωσης.
H μείωση της ενεργειακής ζήτησης, θα έχει ως αποτέλεσμα την επίτευξη των κλιματικών μας στόχων, καθώς δεν θα επιτευχθεί απλά η αποτροπή της κλιματικής αλλαγής, αλλά θα αντιστραφούν, ταυτόχρονα, και άλλες πτυχές της οικολογικής κατάρρευσης – από την αποψίλωση των δασών έως την εξάντληση του εδάφους, από την απώλεια της βιοποικιλότητας έως την αποδυνάμωση των εντόμων.
Είναι σαφές πως οι πολιτικές μας πρέπει να επικεντρωθούν στην άμεση μετάβαση σε οικονομία μηδενικού άνθρακα, κάτι που θα το πετύχουμε μόνο εάν μειώσουμε την ποσότητα ενέργειας που καταναλώνουμε, αντί να συνεχίζουμε να την αυξάνουμε. Η επιστήμη είναι σαφής: η μείωση της χρήσης υλικών πρέπει να αποτελεί τον πυρήνα και το επίκεντρο της πράσινης πολιτικής στο μέλλον, κάτι που σίγουρα δεν θα αρέσει στο παγκόσμιο σημερινό παγκόσμιο νεοφιλελεύθερο κατεστημένο οικονομικό μοντέλο…
Ο Φίλιππος Γκανούλης είναι υποψήφιος Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, επικεφαλής της παράταξης Οικολογία – Πράσινη Λύση – Συνεκπρόσωπος των Οικολόγων ΠΡΑΣΙΝΩΝ.