Οι Οικολόγοι Πράσινοι για το Σώμα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων
Επείγουσα πλέον η ανάγκη ενίσχυσης/ανασυγκρότησης για την διεξαγωγή και αποτελεσματικότητα του ελεγκτικού έργου
Γύρω από τη σπουδαιότητα του ρόλου του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων έχουν καταγραφεί κατά καιρούς πολλά: από την ιδιαίτερη σημασία των περιβαλλοντικών ελέγχων για την αποτελεσματική καταπολέμηση του περιβαλλοντικού εγκλήματος και την απόδοση περιβαλλοντικής ευθύνης για την αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημιάς, έως την αναγκαιότητα της άμεσης διαχείρισης καταστάσεων περιβαλλοντικής κρίσης με στόχο τον περιορισμό της περιβαλλοντικής ζημιάς και την διασφάλιση των κοινών αγαθών.
Το ίδιο όμως πολλά έχουν καταγραφεί κατά καιρούς αναφορικά με την χρόνια και συστημική υποστελέχωση και υποβάθμιση που χαρακτηρίζει το Σώμα σε σημείο που, συνεχή δημοσιεύματα από το 2013, να το θεωρούν σε πλήρη κατάρρευση, τους επιθεωρητές περιβάλλοντος υπό διάλυση και το όλο πρόβλημα «σταθερή μεθόδευση πολιτικού ελέγχου και περιορισμού της δράσης της συγκεκριμένης υπηρεσίας».
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Αν.Υπουργός Περιβάλλοντος Γ.Τσιρώνης είχε επισημάνει μόλις πριν ένα περίπου χρόνο την σοβαρή υποστελέχωση του Σώματος Επιθεώρησης του ΥΠΑΠΕΝ, ενώ σχετικά πρόσφατα, στις 7 Οκτωβρίου 2015, στο πλαίσιο της συζήτησης επί των προγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης, είχε προσυπογράψει την ενίσχυση των περιβαλλοντικών ελέγχων δηλώνοντας εμφατικά ότι «δεν είναι δυνατόν να ασκούμε ελέγχους με 14 κακοπληρωμένους επιθεωρητές πανελλαδικά».
Από τότε έως σήμερα όμως δεν άλλαξε απολύτως τίποτα. Το Σώμα παραμένει εμφανώς υποστελεχωμένο, με ελάχιστους οικονομικού πόρους, και με ένα βαρύτατο έργο προς εκτέλεση: σωρεία καταγγελιών σοβαρής ζημιάς ή και καταστροφής του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, απ’όλη τη χώρα, παραμένουν σε επίπεδο «γραφείου» αναμένοντας επείγουσα διερεύνηση.
Οι Οικολόγοι Πράσινοι καλούν το Υπουργείο Περιβάλλοντος να προβεί επειγόντως στην πλήρη και συγκροτημένη ανασυγκρότηση και ενίσχυση του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων, βάσει της απόφασης του πρόσφατου Πανελλαδικού Συμβουλίου τους. Η αποτελεσματική προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, ιδιαίτερα σε περιόδους βαθιάς κοινωνικο-οικονομικής κρίσης που απελευθερώνει κάθε λογής μηχανισμούς ιδιοποίησης και ανεξέλεγκτα καταστροφικής τους εκμετάλλευσης, δεν μπορεί ούτε να αναβληθεί ούτε να περιμένει.
Ακολουθεί η απόφαση του Πανελλαδικού Συμβουλίου των Οικολόγων Πράσινων της 30-31 Ιανουαρίου 2016
Η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος αποτελεί έως σήμερα τη σημαντικότερη «Αρχή» ελέγχου και νομιμοποίησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της ανθρωπογενούς δραστηριότητας της χώρας μας. Συγκροτήθηκε το 2001 και ολοκληρώθηκε, σε επίπεδο διοικητικής οργάνωσης, το 2003. Με αρχές την διαφάνεια, την δικαιοσύνη και τη χρηστή διοίκηση και στόχο την «αποτελεσματική και ολοκληρωμένη περιβαλλοντική προστασία», η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος θεσμοθετήθηκε με τα εξής καθήκοντα:
1. Να διενεργεί ελέγχους για την παρακολούθηση της εφαρμογής των περιβαλλοντικών όρων που επιβάλλονται για την πραγματοποίηση έργων και δραστηριοτήτων του Δημόσιου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα, της τοπικής αυτοδιοίκησης και του ιδιωτικού τομέα.
2. Να διενεργεί ελέγχους στις δραστηριότητες που συνεπάγονται καταστροφές του δασικού πλούτου και του περιβάλλοντος εν γένει, καταπατήσεις δημόσιων εκτάσεων, ανέγερση και συντήρηση αυθαίρετων κατασκευών οπουδήποτε και ιδιαίτερα σε προστατευόμενες περιοχές, επεμβάσεις σε ρέματα, καθώς και επεμβάσεις στον αιγιαλό και την παραλία.
3. Να εισηγείται επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παραβάσεων σε ότι αφορά τα παραπάνω.
Στις περιπτώσεις όπου διαπιστώνονται παραβάσεις, οι Επιθεωρητές εισηγούνται στον Υπουργό Περιβάλλοντος την επιβολή προστίμου και διαβιβάζουν το φάκελο στον αρμόδιο Εισαγγελέα για άσκηση τυχόν ποινικών διώξεων.
Όπως θα αναμένονταν, λόγω της δραματικής σπουδαιότητας του οικολογικού ζητήματος θα έπρεπε να αποτελεί μια ουσιαστικά ανεξάρτητη αρχή, με το βέλτιστο δυνατό οργανόγραμμα και το βέλτιστο δυνατό μέγεθος διαθέσιμων πόρων αναλογικά με τον πλήθος, το μέγεθος και την σπουδαιότητα των δράσεων που καλείται να αναλάβει. Αντίθετα, δεκαπέντε χρόνια μετά την συγκρότηση της, η Ειδική Υπηρεσία τυγχάνει σοβαρά υποστελεχωμένη, με ελάχιστους οικονομικούς πόρους στη διάθεση του έργου της και με ένα κανονιστκό πλαίσιο που δεν εγγυάται την ασφαλή επιβολή των κυρώσεων σε περίπτωση παραβάσεων – επιβαλλόμενα πρόστιμα, αποκαταστάσεις περιβαλλοντικών ζημιών κ.λ.π.
Αναλυτικά
Α. Εισαγωγή
Η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (Ε.Υ.Ε.Π.) συστήθηκε με το άρθρο 9 του ν.2947/2001 (ΦΕΚ Α’ 228) σε εφαρμογή σχετικής Σύστασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι βασικές αρμοδιότητες των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος ορίστηκαν με το ανωτέρω άρθρο και συνοπτικά περιλαμβάνουν τον έλεγχο τήρησης των περιβαλλοντικών όρων και της περιβαλλοντικής νομοθεσίας για κάθε έργο που κατασκευάζεται ή δραστηριότητα που πραγματοποιείται. Στις περιπτώσεις όπου διαπιστώνονται παραβάσεις, οι Επιθεωρητές εισηγούνται στον Υπουργό Περιβάλλοντος την επιβολή προστίμου και διαβιβάζουν το φάκελο στον αρμόδιο Εισαγγελέα για άσκηση τυχόν ποινικών διώξεων. Ο έλεγχος των Επιθεωρητών είναι ανεξάρτητος από τον έλεγχο κάθε άλλης υπηρεσίας.
Στη συνέχεια:
1. Mε το άρθρο 38 του ν. 3710/2008 δόθηκε στους Επιθεωρητές Περιβάλλοντος και η αρμοδιότητα ελέγχου σε δημόσιες υπηρεσίες.
2. Με το ν. 4042/2012 δόθηκαν στους Επιθεωρητές Περιβάλλοντος προανακριτικά καθήκοντα.
Παράλληλα, μέσω μιας σειράς νομοθετημάτων συστάθηκαν και άλλες δύο Ειδικές Υπηρεσίες Επιθεώρησης οι οποίες ενοποιήθηκαν με την Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (Ε.Υ.Ε.Π.) στο νέο Σώμα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων (ΣΕΠΔΕΜ).
1. Με το ν.3818/2010, συστήθηκαν:
α. η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Ενέργειας, με κύρια αρμοδιότητα τον έλεγχο του έργου των ιδιωτών Ενεργειακών Επιθεωρητών και των Πιστοποιητικών Ενεργειακής Απόδοσης που εκδίδονται από αυτούς
β. η Ειδική Υπηρεσία Κατεδαφίσεων, με αρμοδιότητα τον συντονισμό των κατεδαφίσεων των αυθαιρέτων κτισμάτων, που διενεργούνται από τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις.
2. Με το άρθρο 16 του ν.4030/2011 συστήθηκε η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Δόμησής και Ενέργειας, με κύρια αρμοδιότητα (ως προς τη δόμηση) τον έλεγχο των ιδιωτών Ελεγκτών Δόμησης.
Το σημερινό – νέο – Σώμα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων (ΣΕΠΔΕΜ) συστάθηκε με το Π.Δ. 100/2014 που τέθηκε σε ισχύ στις 29-10-2014.
Β. Η συστηματική υποβάθμιση της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος κατά τα τελευταία χρόνια
Κατά τα τελευταία χρόνια η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος έχει υποστεί μια δραματική υποβάθμιση της δυνατότητάς ελέγχου εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, λόγω των κάτωθι:
1. Εχει συνταξιοδοτηθεί ή και αποχωρήσει ένας σημαντικός αριθμός Επιθεωρητών χωρίς να αναπληρωθούν με αποτέλεσμα την ουσιαστική αποδυνάμωση της Υπηρεσίας.
2. Από το 2011 καταργήθηκαν όλα τα επιδόματα καθώς και η αναγνώριση της θητείας των Επιθεωρητών ως θητεία Προϊσταμένου Τμήματος, με λίγα λόγια τα κίνητρα για τη στελέχωση των Επιθεωρητών με υπαλλήλους από άλλες υπηρεσίες. Οι επιθεωρητές λαμβάνουν σήμερα μισθό υπαλλήλων ΠΕ παρά τα αυξημένα τους καθήκοντα, τις ευθύνες που τους επιβαρύνουν και τους κινδύνους που διατρέχουν στο πλαίσιο του έργου τους.
3. Από το 2012 τους ανατέθηκαν προανακριτικά καθήκοντα (ν.4042/2012) με αποτέλεσμα την σημαντική αλλά και περιττή επιβάρυνση του έργου τους (οι Επιθεωρητές συνήθως εντέλλονται από τους Εισαγγελείς να διενεργούν προανακρίσεις και προκαταρκτικές εξετάσεις ρουτίνας, που αλλιώς θα διεκπεραιώνονταν από γενικούς ανακριτικούς υπάλληλους).
4. Η παρουσία των Επιθεωρητών ως μάρτυρες στα ποινικά δικαστήρια επιβαρύνει επιπλέον το έργο τους καθώς οι κλήσεις συσσωρεύονται με την πάροδο των ετών ενώ η κάθε υπόθεση αναβάλλεται 5-7 φορές ώσπου να εκδικαστεί (Σημειώνεται ότι σύμφωνα με το ν.1650/1986 η ρύπανση του περιβάλλοντος πέρα από τις διοικητικές κυρώσεις επιφέρει και ποινική δίωξη του παραβάτη. Επιπρόσθετα, με τη σημερινή διατύπωση του άρθρου 9 του ν.2947/2001, όλες οι Πράξεις Βεβαίωσης Παράβασης διαβιβάζονται στον αρμόδιο Εισαγγελέα για τη διαπίστωση τυχόν αξιόποινων πράξεων, με αποτέλεσμα να παραπέμπονται στα ποινικά δικαστήρια υποθέσεις που δεν αφορούν μόνο ρύπανση, αλλά και απλή έλλειψη αδειών).
5. Με τη σύσταση του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων (ΣΕΠΔΕΜ), συρρικνώθηκαν σημαντικά οι υπηρεσίες της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος. Συγκεκριμένα, τα 4 τμήματα του κάθε ένα από τους δύο τομείς της (Νοτίου & Βορείου Ελλάδος) μειώθηκαν σε 1 Τμήμα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος για κάθε μια από τις 2 νέες Επιθεωρήσεις του Σώματος. Ετσι, σύμφωνα με τη λογική του νέου Σώματος, για το Τμήμα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος Νοτίου Ελλάδος – αρμόδιο για τον έλεγχο εφαρμογής της νομοθεσίας σε όλη τη Νότια Ελλάδα – προβλέπεται στελέχωση με μόνο12 άτομα.
6. Σχετικά πρόσφατα, μέσω του άρθρου 21 του ν.4315/2014 (ΦΕΚ Α’ 269) επιχειρήθηκε η κατάργηση της ανεξαρτησίας και του κύρους των ελέγχων του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων (ΣΕΠΔΕΜ), μέσω της σύστασης ενός Κεντρικού Συμβουλίου Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων που θα γνωμοδοτεί για «τη διευκρίνιση τεχνικής φύσης ζητημάτων που ανακύπτουν κατά τη διενέργεια περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων». Το Συμβούλιο έχει συστηθεί αλλά δεν έχει συγκροτηθεί ακόμη.
Γ. Η αύξηση των υποχρεώσεων της επιθεώρησης και οι ιδιώτες «Ελεγκτές Περιβάλλοντος»
Παράλληλα με την οργανική αποδυνάμωση της Υπηρεσίας των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος – που διενεργούν με δυσκολία πλέον περί τους 150 ελέγχους το χρόνο – έχουν αυξηθεί κατακόρυφα οι υποχρεώσεις ελέγχου λόγω της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας – σε βαθμό που το Σώμα δεν μπορεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικά. Μία από τις λύσεις που προβάλλεται, βάσει σχετικών μελετών του ΟΟΣΑ, έγκειται στην ανάθεση του έργου της σε ιδιώτες «Ελεγκτές Περιβάλλοντος», άποψη που φαίνεται ότι υιοθετείται και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Προτάσεις για την ενίσχυση του Σώματος και την αύξησή της αποτελεσματικότητας του ελεγκτικού έργου
Α. Διατήρηση της απόλυτης ανεξαρτησίας διαδικασιών του ΣΕΠΔΕΜ. Κατάργηση κάθε είδους «Συμβουλίου» ελέγχου του έργου του»
1. Κατάργηση του Κεντρικού Συμβουλίου Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων (έχει συστηθεί αλλά δεν έχει συγκροτηθεί) Το Συμβούλιο απαρτίζεται από τον Υπουργό, το Γενικό Γραμματέα Χωροταξίας, τον Ειδικό Γραμματέα Υδάτων και τους Προϊστάμενους των θεματικών Γενικών Διευθύνσεων και Διευθύνσεων του Υπουργείου, με εξαίρεση εκείνων του ΣΕΠΔΕΜ. Εργο του η γνωμοδότηση για «τη διευκρίνιση τεχνικής φύσης ζητημάτων που ανακύπτουν κατά τη διενέργεια περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων». Μπορεί να ασκήσει την αρμοδιότητά του μετά από κάθε έκθεση ελέγχου που συντάσσουν οι επιθεωρητές του ΣΕΠΔΕΜ και πριν την έκδοση της σχετικής πράξης βεβαίωσης παράβασης. Η λειτουργία του Συμβουλίου θα θέσει σε προφανή, σοβαρή, αμφισβήτηση το κύρος και την ανεξαρτησία του ελεγκτικού μηχανισμού.
2. Κατάργηση του Εποπτικού Συμβουλίου των Επιθεωρητών Δόμησης το οποίο έχει συστηθεί (άρθρο 17, ν.4030/2011) αλλά δεν έχει συγκροτηθεί. Η συγκρότηση του Συμβουλίου δεν θα συνδράμει θετικά το έργο της υπηρεσίας αλλά, αντίθετα, θα αποτελέσει γραφειοκρατικό εμπόδιο καθυστέρησης της λειτουργίας της, θα μειώσει την ανεξαρτησία του ελεγκτικού έργου και θα επιβαρύνει το Σώμα με το βάρος της διοικητικής του υποστήριξης. Η κατάργηση θα πρέπει να υλοποιηθεί το ταχύτερο δυνατό καθόσον η σύσταση του έχει συμβάλλει στην αδυναμία επιβολής κυρώσεων σε Ελεγκτές Δόμησης, όπου χρειάστηκε, με λίγα λόγια στην παρεμπόδιση του βασικότερου έργου των Επιθεωρητών Δόμησης που είναι ο έλεγχος και η παρακολούθηση του έργου των Ελεγκτών Δόμησης.
Β. Αξιοποίηση και ενίσχυση του υφιστάμενου προσωπικού
1. Να δοθεί άμεση προτεραιότητα στη στελέχωση του Σώματος σε περίπτωση ενίσχυσης της στελέχωσης του Υπουργείου.
2. Να δοθεί η δυνατότητα συγκρότησης κλιμακίων, για τη διενέργεια ελέγχων αρμοδιότητας του Σώματος, από προσωπικό οιασδήποτε μονάδας του έτσι ώστε να αξιοποιείται καλύτερα το υπάρχον προσωπικό.
3. Να αποδοθεί ο τίτλος του Επιθεωρητή Περιβάλλοντος και στους υπαλλήλους Πανεπιστημιακής ή Πολυτεχνικής Εκπαίδευσης του Συντονιστικού Γραφείου Αντιμετώπισης Περιβαλλοντικών Ζημιών (ΣΥΓΑΠΕΖ) το οποίο αποτελεί μέρος του Σώματος από το 2014 (ΠΔ 100/2014). Με αυτό τον τρόπο θα καταστεί δυνατή η διενέργεια κοινών αυτοψιών και ελέγχων από τους υπαλλήλους του ΣΥΓΑΠΕΖ και των Τμημάτων Επιθεώρησης Περιβάλλοντος του Σώματος.
Γ. Απλούστευση διαδικασιών και ενίσχυση αρμοδιοτήτων του ΣΕΠΔΕΜ
1. Στο πλαίσιο της απλούστευσης της διαδικασίας της περιβαλλοντικής επιθεώρησης, θα πρέπει να τροποποιηθεί το άρθρου 9 παρ. 4 του ν.2947/2001, έτσι ώστε:
α. Να ενοποιηθούν, σαν διοικητικά έγγραφα & πράξεις, η Πράξη Βεβαίωση Παράβασης και η Εισήγηση Επιβολής Προστίμου, ώστε να καταργηθούν περιττά στάδια και έγγραφα της διαδικασίας επιβολής κυρώσεων και να μειωθεί ο απαιτούμενος χρόνος της όλης διαδικασίας.
β. Να αποσαφηνιστεί ότι η Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης θα διαβιβάζεται στον αρμόδιο εισαγγελέα μόνο όταν έχει διαπιστωθεί ρύπανση ή και υποβάθμιση του περιβάλλοντος, που αποτελούν ποινικά αδικήματα σύμφωνα με το άρθρο 28 του ν.1650/1986. Με το υφιστάμενο καθεστώς διαβιβάζονται στον εισαγγελέα όλες οι Πράξεις Βεβαίωσης Παράβασης, με αποτέλεσμα την συγκέντρωση μεγάλου αριθμού ποινικών διώξεων, πολλές από τις οποίες καταλήγουν στην αθώωση λόγω έλλειψης διαπίστωσης ρύπανσης του περιβάλλοντος. Με την προτεινόμενη ρύθμιση στοχεύεται η δραστική μείωση του αριθμού των άνευ σημαντικού αντικειμένου ποινικών δικών και η σημαντική μείωση του διοικητικού βάρους των επιθεωρητών περιβάλλοντος που καλούνται ως μάρτυρες στις ποινικές δίκες.
2. Για την διασφάλιση της συμμόρφωσης των ελεγχόμενων με την περιβαλλοντική νομοθεσία, προτείνεται να τροποποιηθεί το υφιστάμενο πλαίσιο επιβολής διοικητικών κυρώσεων έτσι ώστε:
α. Να επιβάλλονται αυστηρότερα πρόστιμα στους συστηματικούς παραβάτες και να επιβάλλεται ημερήσιο πρόστιμο μέχρι τη συμμόρφωσή τους.
β. Να επιβάλλεται ελαττωμένο πρόστιμο σε περίπτωση εκ των υστέρων συμμόρφωσης, εντός ορισμένου χρονικού ορίου (π.χ. 6 μηνών).
γ. Να δοθεί η δυνατότητα στην αρμόδια υπηρεσία επιθεώρησης να εισηγείται, κατά περίπτωση – στον Υπουργό Περιβάλλοντος ή στον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή στον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας – να επιβάλλει προσωρινή διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας μέχρι συμμόρφωσης, ή και τη μόνιμη διακοπή σε αντίθετη περίπτωση.
Δ. Αντιμετώπιση των λειτουργικών εξόδων του ΣΕΠΔΕΔ
Προτείνεται να διατίθεται το ποσοστό του 5% από τα επιβαλλόμενα πρόστιμα (τα οποία κατατίθενται σε κωδικό του Πράσινου Ταμείου) για την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών του ελέγχου. Το θέμα έχει ήδη έχει τεθεί με μορφή διάταξης στο άρθρο 17 παρ. 1 και 4 του ν.4014/2011 αλλά δεν έχει βρει εφαρμογή καθώς δεν έχει εκδοθεί ως τώρα η προβλεπόμενη ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος & Ενέργειας.
Σημειωτέον ότι έως τις 31-12-2015, οι λειτουργικές δαπάνες των επιθεωρητών καλύπτονταν από κοινοτικούς πόρους (πρόγραμμα ΕΠΠΕΡΑΑ). Σημειώνεται επίσης ότι οι δαπάνες είναι σαφώς μεγαλύτερες από εκείνες άλλων δημοσίων υπηρεσιών, γιατί περιλαμβάνουν: μεγάλο αριθμό αυτοψιών και τα συνακόλουθα έξοδα μετακινήσεων, κίνηση & συντήρηση υπηρεσιακών αυτοκινήτων, ενοικίαση κτιρίου με χώρους στάθμευσης, αγορά/συντήρηση εξοπλισμού δειγματοληψίας, έξοδα χημικών αναλύσεων, υπηρεσία ταχυμεταφορών για την επίδοση κλήσεων, και άλλα. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, ο περιβαλλοντικός έλεγχος γίνεται μόνον με επιτόπου αυτοψία και, επομένως, χωρίς την ικανοποιητική κάλυψη των αναγκαίων δαπανών δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί αποτελεσματικά το ελεγκτικό έργο. Από την 1-1-2016 το ΣΕΠΔΕΜ δεν εντάχθηκε σε κοινοτικό πρόγραμμα κάλυψης των λειτουργικών του δαπανών, οι οποίες δεν μπορούν να καλυφθούν από τον Κρατικό προυπολογισμό, με αποτέλεσμα την προδιαγραφόμενη δραστική μείωση του ελεγκτικού έργου.
Ε. Αξιοποίηση των ανακτώμενων δαπανών πρόληψης & αποκατάστασης περιβαλλοντικής ζημίας
Στις περιπτώσεις που καταλογίζεται περιβαλλοντική ζημιά σε συγκεκριμένο φορέα, το δημόσιο δύναται να προχωρήσει άμεσα στην αποκατάσταση του περιβάλλοντος και στη συνέχεια να ανακτήσει τις δαπάνες αυτές από τον υπαίτιο της ζημιάς (ΠΔ 148/2009). Προτείνεται να συγκεντρώνονται σε κωδικό του Πράσινου Ταμείου που θα συσταθεί για το σκοπό όλες οι δαπάνες πρόληψης και αποκατάστασης περιβαλλοντικής ζημίας που ανακτώνται βάσει του άρθρου 11 του Π.Δ. 148/2009 και να διατίθενται για δράσεις αποκατάστασης του περιβάλλοντος. Από την κείμενη νομοθεσία δεν είναι σαφές πού διατίθενται. α ποσά που ανακτώνται όπως παραπάνω.
ΣΤ. Ενίσχυση της αμοιβής των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος
Είναι προφανές ότι οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος εκτελούν ένα έργο δύσκολο αλλά και επικίνδυνο, πέραν του συνηθισμένου δημοσιοϋπαλληλικού ωραρίου, και έχουν αυξημένες αρμοδιότητες σε σχέση με πολλούς τομείς του δημόσιου τομέα. Διενεργούν αυτοψίες σε όλη τη χώρα, καταθέτουν σαν μάρτυρες κατηγορίας κατά την αυτόφωρη διαδικασία στην περίπτωση περιβαλλοντικών εγκλημάτων, διενεργούν προκαταρκτικές εξετάσεις και προανακρίσεις με εντολή των αρμόδιων εισαγγελέων, παρίστανται ως μάρτυρες στα κατά τόπους ποινικά δικαστήρια (σε όλη τη χώρα) για τις υποθέσεις που οι ίδιοι έχουν διενεργήσει αυτοψίες, συμμετέχουν σε μικτά κλιμάκια ελέγχου με εντολή του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, συντάσσουν οι ίδιοι την αντίκρουση των προσφυγών που καταθέτουν οι ελεγχόμενοι στα διοικητικά δικαστήρια για να ακυρώσουν τις κυρώσεις κ.λ.π. Παρά ταύτα, από το 2011 έχει καταργηθεί η ειδική πρόσθετη αμοιβή που προβλεπόταν πέραν του ενιαίου μισθολογίου, με αποτέλεσμα να λαμβάνουν την ίδια ακριβώς αμοιβή με τους λοιπούς υπαλλήλους γραφείου κατηγορίας ΠΕ. Προτείνεται να χορηγηθεί στους Επιθεωρητές Περιβάλλοντος το μισθολογικό κλιμάκιο που έχει ήδη χορηγηθεί στους Επιθεωρητές του Σώματος Ελεγκτών-Επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης (ΣΕΕΔ).
Η. Υποχρέωση υποβολής Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης για τα έργα που ήδη έχουν αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά εντός περιοχών του δικτύου NATURA 2000
Η υποχρεωτική υποβολή Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης για τα έργα εντός των περιοχών του δικτύου NATURA (άρθρο 10 του ν.4014/2011) καθυστέρησε για πολλά χρόνια λόγω μη έκδοσης των σχετικών προδιαγραφών. Επιπλέον, έχει καταργηθεί με Υπουργική Απόφαση ακόμη και η εκ των υστέρων υποχρέωση για υποβολή Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης για έργα που έχουν αδειοδοτηθεί με τις διατάξεις που ίσχυαν πριν τον ν.4014/2011. Αποτέλεσμα των ανωτέρω είναι ότι τα περισσότερα έργα που έχουν αδειοδοτηθεί εντός περιοχών του δικτύου Natura 2000 ως το 2013, δεν έχουν αξιολογηθεί επαρκώς ως προς τις επιπτώσεις τους στις περιοχές αυτές. Προτείνεται να θεσμοθετηθεί η υποχρέωση να υποβληθεί Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση, εντός έξι μηνών, για όλα τα έργα που ήδη έχουν αδειοδοτηθεί εντός περιοχών του δικτύου NATURA 2000 χωρίς να έχουν υποβάλει τέτοια έκθεση.
Ζ. Υποχρέωση πραγματοποίησης περιβαλλοντικής αυτοψίας στα έργα που αδειοδοτούνται με το ευνοϊκό καθεστώς του άρθρου 9 του ν.4014/2011
Το άρθρο 9 του ν.4014/2011 αποσκοπούσε στην παροχή περιβαλλοντικής αδειοδότησης σε έργα ή δραστηριότητες που προϋφίσταντο του νόμου, χωρίς να έχουν αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά ποτέ. Δεν προβλέφθηκε όμως στο νόμο να ελέγχονται τα έργα με αυτοψία, ως προς την πραγματική τους κατάσταση, αλλά μόνο τέθηκε η απαίτηση να λαμβάνεται η σύμφωνη γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης. Εκτιμάται ότι σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά τη θέση σε ισχύ της εν λόγω διάταξης, υπάρχουν δυστυχώς ακόμη έργα που δεν έχουν «νομιμοποιηθεί» κάνοντας χρήση της ανωτέρω διάταξης. Ακόμη χειρότερα, νέα έργα ή δραστηριότητες κατασκευάζονται μετά το ν.4014 χωρίς να λάβουν περιβαλλοντική άδεια, και εν συνεχεία προσπαθούν να νομιμοποιηθούν κάνοντας χρήση της ευνοϊκής αυτής διάταξης, επικαλούμενα «τροποποίηση, βελτίωση εκσυγχρονισμό» κλπ. που όμως ήδη έχουν πραγματοποιήσει. Η «νομιμοποίηση» αυτή μπορεί συχνά να περιλαμβάνει και τμήματα έργων ή έργα που δεν θα μπορούσαν να λάβουν ποτέ άδεια επειδή π.χ. βρίσκονται σε αιγιαλό, παραλία, δάσος κλπ. Οι ανωτέρω περιπτώσεις δεν μπορούν να εντοπιστούν εύκολα με απλή εξέταση των εγγράφων ή μελετών που καταθέτει ο φορέας του έργου. Για αυτές τις περιπτώσεις, προτείνεται να θεσμοθετηθεί άμεσα η επιτόπια αυτοψία από τις αρχές/υπηρεσίες ελέγχου, ώστε να διαπιστώνεται η πραγματική υφιστάμενη κατάσταση του έργου ή της δραστηριότητας.
Αθήνα, 30 Ιανουαρίου 2016
Το Πανελλαδικό Συμβούλιο των Οικολόγων Πράσινων