Πως μπορεί να αντιμετωπιστεί η έξαρση της βίας κατά των γυναικών
Από τον Κωνσταντίνο Ζιάβρα, Συντονιστή Τομέα Παιδείας και Θρησκευμάτων των Οικολόγων ΠΡΑΣΙΝΩΝ και μέλος του Πανελλαδικού Συμβουλίου του κόμματος. Ευχαριστούμε θερμά το real.gr για τη φιλοξενία.
Ποιος θα ήταν καλύτερος τρόπος να τιμήσουμε την ημέρα της γυναίκας, από το να αναζητήσουμε τα αίτια και να προτείνουμε λύσεις για την εξάλειψη του θλιβερού φαινομένου της βίας κατά των γυναικών, που παρουσιάζει έξαρση τα τελευταία χρόνια;
Παρακολουθούμε, λοιπόν, την αύξηση των φαινομένων της σωματικής και σεξουαλικής βίας κατά γυναικών, παράλληλα με άλλες μορφές βίας όπως την ψυχολογική βία, τη σεξουαλική παρενόχληση και την παρενοχλητική παρακολούθηση. Και το παράδοξο είναι πως όλα αυτά συμβαίνουν σε μια εποχή που όλοι μιλάνε για συμπεριληπτικότητα και ενσυναίσθηση.
Που οφείλεται, όμως, η έξαρση, ειδικά, των ακραίων μορφών βίας κατά των γυναικών ; Πολλοί ειδικοί, και όχι μόνο, την αποδίδουν, στον εγκλεισμό που ακολούθησε την πανδημία, αλλά και στην δεκαετή οικονομική κρίση που προηγήθηκε.
Η συγκεκριμένη προσέγγιση μπορεί όντως να αποτελεί μία εξηγητική των πραγμάτων θεωρία, όμως θα θέλαμε να θέσουμε τα εξής ερωτήματα : Μήπως η οικονομική δυσχέρεια, η ανεργία, η απομόνωση και η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ κατά την διάρκεια της πανδημίας, αποτέλεσαν απλά τον καταλύτη για να βγουν στην επιφάνεια οι αρρωστημένες αντιλήψεις κάποιων ανδρών για τις γυναίκες; Επίσης, μήπως αυτό το φαινόμενο αντανακλά μία ευρύτερη κρίση αξιών και πολιτισμού της κοινωνίας μας ;
Για να φτάσει κάποιος σε οποιαδήποτε κακοποιητική συμπεριφορά απέναντι σε μια γυναίκα κατά την περίοδο της πανδημίας, είτε αυτή πήρε τη μορφή της λεκτικής, ψυχικής, πνευματικής, συναισθηματικής, σεξουαλικής ή σωματικής κακοποίησης, θα πρέπει να υπήρχε ένα προηγούμενο υπόβαθρο. Θα πρέπει από πριν να θεωρούσε πως έχει δικαίωμα να ελέγχει τη ζωή της γυναίκας/συντρόφου του, γιατί απλά του «ανήκει». Πως έχει εκείνος το δικαίωμα να καθορίζει το πώς αυτή θα πρέπει να συμπεριφέρεται, αλλά και το πώς θα «τιμωρείται», εάν δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του. Μελέτη έδειξε πως η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών που έπεσαν θύμα ενδοοικογενειακής βίας κατά την πανδημία, είχαν κακοποιηθεί και πριν από αυτή.
Επίσης, η αύξηση των περιστατικών έμφυλης βίας αντανακλούν μία ευρύτερη κρίση αξιών και πολιτισμού της κοινωνίας μας. Παραδείγματος χάριν, η θεματολογία της μουσικής τραπ, μεταξύ άλλων κακών, εξοικειώνει τους νέους με την τοξική αρρενωπότητα και την υποβάθμιση της γυναίκας. Είναι, μάλιστα, απορίας άξιο, πως νεαρές κοπέλες ακούν αυτού του είδους τη μουσική που βρίθει στίχων που προσβάλλουν και υποτιμούν το γυναικείο φύλο, σε τέτοιο σημείο που να έχουν χαρακτηριστεί ως κακοποιητικοί.
Τι μπορούμε να κάνουμε για να αναστραφεί αυτή η κατάσταση; Κυρίως, πρέπει να αναδιατάξουμε το αξιακό μας πλαίσιο, ξεριζώνοντας παλαιές και αρρωστημένες απόψεις που θέλουν τις γυναίκες πλήρως ελεγχόμενες και υποταγμένες στους συντρόφους/συζύγους τους, νυν και πρώην.
Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δώσουμε ώστε να εξαλειφθούν στερεοτυπικές αντιλήψεις ανισότητας μεταξύ των δύο φύλων στη νεολαία, κυρίως, μέσα από την οικογένεια και την εκπαίδευση, καθότι η έμφυλη ανισότητα, αποτελεί αίτιο, αλλά και αιτιατό της βίας κατά των γυναικών.
Η οικογένεια, όπως έχω αναφέρει και άλλες φορές, είναι ο θεμέλιος λίθος, το κύτταρο της κοινωνίας. Μέσα στην οικογένεια θα πρέπει να εκπαιδευτούν τα παιδιά για το τι σημαίνει ισοτιμία των δύο φύλων. Τι σημαίνει ισότιμοι, αλλά διαφορετικοί. Μέσα από τη συμπεριφορά του πατέρα προς τη μητέρα, θα εκπαιδευτούν, αφενός οι νεαροί άνδρες να σέβονται τις γυναίκες και αφετέρου, οι νεαρές γυναίκες να μην ανέχονται προσβλητικές και κακοποιητικές συμπεριφορές. Τα παιδιά, πρωτίστως, μαθαίνουν μέσα από το παράδειγμα. Ό,τι και να ακούν έξω από το σπίτι τους, αν βιώνουν καθημερινά την κακοποιητική συμπεριφορά μέσα στο σπίτι τους, αργά ή γρήγορα, θα ακολουθήσουν αυτό που έχουν βιώσει. Βέβαια, εξαιρέσεις πάντα υπάρχουν, αλλά για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Όσον αφορά την εκπαίδευση, χρειαζόμαστε ένα πρόγραμμα σπουδών που θα προάγει την ισότητα/ισοτιμία των φύλων και θα ευαισθητοποιεί τους νέους πάνω σε θέματα έμφυλης βίας. Χρειαζόμαστε ψυχολόγους που θα έχουν διευρυμένες αρμοδιότητες και θα εμπλέκονται ενεργά στη σχολική ζωή, παρεμβαίνοντας όπου χρειάζεται. Επίσης, χρειάζεται να εκπαιδευτούν γονείς, δάσκαλοι, καθηγητές και παιδιά πάνω σε θέματα πρόληψης και αντιμετώπισης φαινομένων έμφυλης βίας και σεξουαλικής παρενόχλησης.
Επιπρόσθετα, να σημειώσουμε την ανάγκη δημιουργίας μιας ολιστικής, επιστημονικά επεξεργασμένης πολιτικής για την εξάλειψη της «κουλτούρας» της έμφυλης βίας, με ενίσχυση των υπαρχουσών και τη δημιουργία νέων κρατικά ελεγχόμενων κοινωνικών δομών, στις οποίες οι κακοποιημένες γυναίκες θα μπορούν να λαμβάνουν ψυχο-κοινωνική στήριξη και νομική συμβουλευτική, αλλά, και να υποστηρίζονται θεραπευτικά οι θύτες, τόσο κατά την περίοδο του πιθανού εγκλεισμού τους στη φυλακή, όσο και μετά την αποφυλάκισή τους. Σ’ αυτό το πλαίσιο απαιτείται η στελέχωση των τμημάτων ενδοοικογενειακής βίας στα Αστυνομικά τμήματα και η σχετική εκπαίδευση όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
Ο εμπλουτισμός του νομοθετικού πλαισίου για την υποστήριξη των γυναικών θυμάτων βίας και των παιδιών τους και η αυστηροποίηση των ποινών από μόνα τους, δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα, καθότι ο νόμος παρεμβαίνει αφού έχει τελεστεί ένα έγκλημα. Εξάλλου, το έγκλημα της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως επισύρει την ποινή της ισόβιας κάθειρξης, που αποτελεί και τη βαρύτερη ποινή. Άρα, σύμφωνα με τη γνώμη ειδικών, δεν υπάρχει ανάγκη περαιτέρω αυστηροποίησής του. Το θέμα είναι να δημιουργήσουμε τις ηθικές και κοινωνικές προϋποθέσεις, ώστε να προλαμβάνουμε τα εγκλήματα έμφυλης βίας προτού γίνουν πηχιαίοι τίτλοι εφημερίδων και viral στα κοινωνικά δίκτυα. Η καταπολέμηση της έμφυλης βίας είναι θέμα όλων μας.