Δίστομο 1944, εδώ πονά η πέτρα κάθε δρόμου
«Εδώ ‘ναι το πικρό το χώμα του Διστόμου. Εσύ διαβάτη, όπου πατήσεις, να προσέχεις. Εδώ πονά η σιωπή, πονάει κι η πέτρα κάθε δρόμου».
Γιάννης Ρίτσος.
45 παιδιά και έφηβοι, 20 βρέφη, 153 άνδρες και γυναίκες από το Δίστομο εκτελέστηκαν σαν σήμερα, στις 10 Ιουνίου 1944 από τους Γερμανούς κατακτητές. Ποιο χέρι μπόρεσε να σηκώσει όπλο και να χτυπήσει παιδιά; Μωρά;
Κι όμως εκείνη τη μέρα η ιστορία γράφτηκε με τα πιο μελανά χρώματα, και η επίθεση που δέχθηκε ο άμαχος πληθυσμός του Διστόμου από τον Χάνς Ζάμπελ και τους άνδρες των Ες Ες ήταν μια από τις πιο άνανδρες πράξεις του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Μετα το τέλος του πολέμου ο Χανς Ζάμπελ παραδόθηκε από τις γαλλικές αρχές στις ελληνικές, όπου τον Αύγουστο του 1949 ομολόγησε την έκταση της θηριωδίας του Διστόμου. Ο Ζάμπελ τελικώς εκδόθηκε στη Δυτική Γερμανία, αλλά δεν επέστρεψε ποτέ στην Ελλάδα για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πράξεων του.
Η δικαιοσύνη όμως, δεν τιμώρησε τους δράστες ενός από τα ειδεχθέστερα εγκλήματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι αποζημιώσεις και επανορθώσεις είναι το ελάχιστο που θα μπορούσε να αποδώσει η Γερμανία στην τεράστια καταστροφή που προκάλεσε στη χώρα μας, τιμώντας κατά το ελάχιστο την μνήμη των θυμάτων.
Το αδελφό Γερμανικό Πράσινο Κόμμα έχει αναφερθεί επανειλημμένα στο βάσιμο των ελληνικών διεκδικήσεων, αλλά και στη στάση των Γερμανικών Κυβερνήσεων μετά τον πόλεμο που θα έπρεπε να είναι πολύ διαφορετική σχετικά με τις δίκαιες διεκδικήσεις της Ελλάδας, αλλά και τις σχέσεις των δύο λαών.
Για εμάς τους Οικολόγους ΠΡΑΣΙΝΟΥΣ, το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων μένει ανοιχτό. Η γερμανική πλευρά θα πρέπει να εγκαταλείψει τα νομικά τερτίπια, ότι το ζήτημα έχει λυθεί οριστικά με τη «Συμφωνία Επανένωσης» του 1990, στην οποία όμως η Ελλάδα δεν ήταν συμβαλλόμενη χώρα και ως εκ τούτου δεν δεσμεύεται.
Σφαγές όπως του Διστόμου δεν θα πρέπει να σβηστούν ποτέ από τη μνήμη μας, γιατί δεν ήταν μόνο ειδεχθείς αλλά προσβλητικές για τον ίδιο τον πολιτισμό.
«Τα αδικήματα που ζητούμε να καταδικαστούν και τιμωρηθούν ήταν τόσο υπολογισμένα, τόσο κακοήθη, και τόσο ολέθρια, που ο Πολιτισμός δεν μπορεί να ανεχθεί να αγνοηθούν, γιατί δεν μπορεί να επιβιώσει εάν επαναληφθούν.
Ο πραγματικός κατήγορος ενώπιον του δικαστηρίου σας είναι ο Πολιτισμός, και ρωτά εάν η δικαιοσύνη είναι τόσο αδρανής, ώστε να είναι εντελώς ανήμπορη να αντιμετωπίσει εγκλήματα τέτοιου μεγέθους από εγκληματίες τέτοιας σημασίας».
Απόσπασμα από την εναρκτήρια αγόρευση του Δημόσιου Κατήγορου Ρόμπερτ Τζάκσον στη δίκη των ναζί εγκληματιών της Νυρεμβέργης.