Αθήνα, Απρίλιος 2010 – ΟΙ ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
Απόφαση του Πανελλαδικού Συμβουλίου της 25ης Απριλίου
1. Η κρίση δεν περιορίζεται σε αυτά που μονοπωλούν τις ειδήσεις.
Η οικονομική κρίση φαίνεται ότι θα επηρεάσει καθοριστικά τις εξελίξεις στη χώρα μας για αρκετά χρόνια. Αυτή την περίοδο τους προβολείς της δημοσιότητας μονοπωλεί η δημοσιονομική διάσταση με την εμπλοκή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, τα οδυνηρά μέτρα λιτότητας, το δημόσιο χρέος, τα ελλείμματα, τα επιτόκια, τις διεθνείς αγορές. Εξίσου σημαντικές είναι όμως μια σειρά παράλληλες κρίσεις που επιτείνουν τις δυσκολίες:
- Η κρίση στην «πραγματική οικονομία» της χώρας μας, με υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, εκτεταμένη και αυξανόμενη ανεργία, χαμηλή αποταμίευση, ραγδαία άνοδο του κόστους ζωής τα προηγούμενα χρόνια, κρίση παραγωγικού προσανατολισμού και εξάρτηση μεγάλων περιοχών από μια μόνο οικονομική δραστηριότητα.
- Η διεθνής κρίση του 2008 και το περιβάλλον δημοσιονομικής αυστηρότητας που δημιούργησε, καθώς ξοδεύτηκαν τεράστια ποσά για διάσωση μεγάλων επιχειρήσεων, αποδυναμώθηκαν ακόμη περισσότερο οι πιο αδύναμες χώρες, εντάθηκε ο σκεπτικισμός για το ποιες τοποθετήσεις είναι τελικά ασφαλείς.
- Η κρίση στην κοινωνία όπου, πολύ πριν διαβρωθεί η αγοραστική δύναμη, είχαν διαβρωθεί η στοιχειώδης εμπιστοσύνη μεταξύ των πολιτών και η προτεραιότητα στην προστασία των συλλογικών αγαθών. Η πολιτισμική αυτή κρίση αποτέλεσε, μεταξύ άλλων, το υπόβαθρο για την εκτεταμένη δυσλειτουργία της δημόσιας διοίκησης και την έκρηξη της διαφθοράς, εντείνοντας τις παραδοσιακά μεγάλες κοινωνικές ανισότητες στη χώρας μας.
- Η κρίση στο περιβάλλον, όπου η βραχυπρόθεσμη οπτική του γρήγορου κέρδους, η υποβάθμιση των φυσικών πόρων αλλά και η απειλή της κλιματικής αλλαγής, δε θίγουν μόνο την οικολογική ισορροπία και την ποιότητα ζωής αλλά υποθηκεύουν και ολόκληρους ζωτικούς τομείς της οικονομίας, υπονομεύοντας τελικά τις προοπτικές των επερχόμενων γενεών.
Η κρίση είναι όμως και χρεοκοπία ολόκληρου του πολιτικού συστήματος, που επί αρκετά χρόνια οικοδομούσε συναινετικά μια οικονομία με σαφή ημερομηνία λήξης, στηριγμένη σχεδόν αποκλειστικά στην αέναη διόγκωση της δημόσιας και ιδιωτικής κατανάλωσης, διόγκωση που αναγκαστικά κάποια στιγμή θα σταματούσε.
Το πολιτικό σύστημα είχε χρεοκοπήσει πολύ πριν έρθει η οικονομική κατάρρευση: με πολιτικές που αντιστρατεύονταν την περιβαλλοντική, κοινωνική και οικονομική βιωσιμότητα, με αδυναμία να εμπνεύσει στην κοινωνία εμπιστοσύνη προς την πολιτική, με στατιστικά στοιχεία που υπονόμευσαν τη διεθνή αξιοπιστία της χώρας, με πελατειακές σχέσεις που διαμόρφωναν συνειδήσεις έτοιμες να κινητοποιηθούν για ιδιαίτερη μεταχείριση αλλά ελάχιστα πρόθυμες να αγωνιστούν για δικαιώματα και δημόσιο συμφέρον, με υπερδιογκωμένο κρατικό μηχανισμό και περιορισμένο κοινωνικό κράτος, με κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα που μετέφερε και στον ιδιωτικό τομέα τις περισσότερες από τις παθογένειες του δημόσιου, με αποτυχία να αξιοποιήσει ουσιαστικά τα μεγάλα ποσά των ευρωπαϊκών πόρων.
Οι ευθύνες του πολιτικού συστήματος δεν αντιπροσωπεύουν μια ακόμη διάσταση της κρίσης, αλλά την κεντρική αιτία για όλες τις πλευρές της.
Αυτό που σήμερα αντιμετωπίζουμε στην Ελλάδα μπορεί να θεωρηθεί ως η δεύτερη φάση της καπιταλιστικής κρίσης, που από χρηματοπιστωτική εξελίσσεται σε κρίση ελλειμμάτων, καθώς τα κράτη αφού διέσωσαν τον τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό τομέα μεταφέροντας το κόστος στους κρατικούς προϋπολογισμούς, είναι υποχρεωμένα να δανείζονται πλέον από αυτούς που διέσωσαν (τις τράπεζες) με αυξημένα επιτόκια καθώς οι “αγορές” επαναξιολογούν τους κινδύνους χρεοκοπίας των υπερχρεωμένων κρατών. Η περίπτωση της Ελλάδας, παρά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, εντάσσεται σε αυτό το γενικό πλαίσιο.
Όμως πιο ανησυχητικό φαινόμενο είναι ίσως, ότι παρά την χρεοκοπία στην πράξη των νεοφιλελεύθερων πολιτικών σχεδόν μιας τριακονταετίας που οδήγησαν την παγκόσμια οικονομία στην παρούσα κρίση, στο επίπεδο της ιδεολογίας και της θεωρίας εξακολουθεί να κυριαρχεί κατά βάση το ίδιο μοντέλο, ενώ και οι κύριοι εκπρόσωποί τους εξακολουθούν να βρίσκονται σε θέσεις κλειδιά σε παγκόσμιο επίπεδο. Το γεγονός αυτό δυστυχώς δεν προοιωνίζει θετικές εξελίξεις καθώς οι λύσεις που προτείνονται για την αντιμετώπιση των προβλημάτων – όπως φαίνεται και από τις προτάσεις και τα μέτρα που λαμβάνονται στην χώρα μας- εγγράφονται σε αυτό το ιδεολογικό πλαίσιο.
2. Τα μέτρα και πού οδηγούν
Πέρα από τις κυβερνητικές ευθύνες για τον τρόπο χειρισμού της κρίσης, καταλυτικό χαρακτήρα για την ανεξέλεγκτη κλιμάκωσή της και την τελική προσφυγή στο Δ.Ν.Τ., είχαν τρεις βασικοί παράγοντες:
· Οι ασφυκτικές προθεσμίες που δόθηκαν στην Ελλάδα από την Ε.Ε. για τη μείωση των ελλειμμάτων της, συνυπολογίζοντας παραποιήσεις στατιστικών στοιχείων και προηγούμενες επιτηρήσεις, όχι όμως και την ανάγκη εκτεταμένων δημόσιων παρεμβάσεων σε περίοδο κρίσης ούτε την απαραίτητη πίστωση χρόνου για να εξυγιανθούν οι μηχανισμοί είσπραξης των φόρων.
· Ο σχεδιασμός του δημόσιου δανεισμού τα προηγούμενα χρόνια, που οδήγησε μεγάλο μέρος των κρατικών ομολόγων να λήγουν την περίοδο 2010-14 και τη χώρα να εξαρτάται από την ανανέωση του δανεισμού της.
· Η εκρηκτική άνοδος τους κόστους δανεισμού της χώρας μας στις διεθνείς χρηματαγορές, που λειτούργησαν ως γραφείο στοιχημάτων και ανέδειξαν σε βαθμό υπερβολής τις αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας. Στην εξέλιξη αυτή έπαιξαν ρόλο και οι διεθνείς ανταγωνισμοί, όπως και η πίεση στο ευρώ. Τα υψηλά επιτόκια μετέτρεψαν το πρόβλημα υπερχρέωσης της χώρας σε πραγματική κρίση δανεισμού, με ανοικτό και το ενδεχόμενο χρεοκοπίας.
Από την αρχή της κρίσης φάνηκε ότι ούτε η κυβέρνηση ούτε το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα είχαν συνολικό σχέδιο για την αντιμετώπισή της. Η σημερινή κυβέρνηση διαχειρίστηκε το πρόβλημα με προχειρότητα και αποσπασματικότητα, με κύριο μέλημα την επικοινωνιακή της εικόνα. Η λήψη μέτρων κατά δόσεις είχε στόχο αρχικά να κερδηθεί χρόνος, στη συνέχεια να φανεί επικοινωνιακά ότι τα μέτρα της επιβάλλονται από το εξωτερικό παρά τη θέληση του πρωθυπουργού.
Όταν τελικά εξαγγέλθηκε το κύριο πακέτο μέτρων, στις αρχές Μαρτίου, οι περικοπές ήταν σκληρές, τυφλές, καθ’ υπαγόρευση, χωρίς σχέση με τα ιδιαίτερα δεδομένα της χώρας, αλλά και χωρίς προσπάθεια στοιχειώδους έστω δικαιοσύνης στην κατανομή των βαρών. Οι διαβεβαιώσεις ότι δεν θα υπάρξουν άλλα μέτρα μέσα στο 2010, συνδέονται και αυτές με την προσπάθεια να αναβληθούν οι επόμενες κινήσεις για μετά τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές του Νοεμβρίου.
Σε μια οικονομία στηριγμένη μέχρι τώρα στην ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση, η εκτεταμένη αφαίρεση αγοραστικής δύναμης με αυξήσεις έμμεσων φόρων και περικοπές μισθών και συντάξεων, οδηγεί νομοτελειακά σε βαθιά ύφεση και εκτεταμένη ανεργία. Στην περίπτωση αυτή, η δυναμική των πραγμάτων μπορεί να εξελιχθεί:
- Είτε σε αυτοτροφοδοτούμενη κρίση μεγάλης διάρκειας με την ύφεση να επιδεινώνει και πάλι τα δημοσιονομικά ελλείμματα, οδηγώντας σε πιέσεις για νέα σκληρότερα μέτρα που θα οδηγήσουν σε ακόμη βαθύτερη ύφεση.
· Είτε στις συνταγές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για βίαιο «εξαγωγικό προσανατολισμό», που πρακτικά οδηγούν σε εκτεταμένη λεηλασία φυσικών πόρων και οικολογική καταστροφή, με δημιουργία επενδυτικών παραδείσων με ελάχιστο όφελος για τους πολίτες της χώρας.
· Είτε σε συντονισμένη τόνωση της «πραγματικής οικονομίας» με σοβαρούς επενδυτικούς πόρους, ώστε να ανακοπεί η δυναμική της κρίσης. Στη σημερινή συγκυρία οι πόροι αυτοί μπορούν είτε να είναι ευρωπαϊκοί είτε να προέρχονται από υψηλή φορολογία με έντονο αναδιανεμητικό χαρακτήρα.
Από τις επιλογές αυτές, θεωρητικά όλοι υποστηρίζουν την τόνωση των επενδύσεων. Κάτι τέτοιο, όμως, μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες προοπτικές μόνο αν έδινε συνολικά ένα νέο προσανατολισμό στην ελληνική οικονομία, με ταυτόχρονες ουσιαστικές απαντήσεις σε όλες τις επιμέρους κρίσεις που υποθηκεύουν τις προοπτικές της.
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι στο θέμα αυτό δεν έχουν κατατεθεί πρακτικές προτάσεις ούτε από την κυβέρνηση, ούτε από τη Νέα Δημοκρατία ούτε από την Αριστερά.
3. Η ευρωπαϊκή διάσταση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Ο παράγοντας που συμπληρώνει την εξίσωση είναι η ευρωπαϊκή διάσταση. Η ελληνική κρίση είναι σε σημαντικό βαθμό μέρος και της ευρωπαϊκής κρίσης, που έχει κι αυτή πολλαπλό χαρακτήρα με παράλληλη οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική διάσταση. Χαρακτηριστικό είναι ότι «αδύναμους κρίκους» αποτελούν και πάλι κυρίως οι χώρες του Μεσογειακού Νότου όπως τη δεκαετία του 1980, στοιχείο που δείχνει ότι η διαδικασία της οικονομικής ολοκλήρωσης έχει ενισχύσει τους ισχυρούς έναντι των πιο αδύναμων εταίρων.
Απαραίτητη είναι λοιπόν μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική, όχι μόνο για αλληλεγγύη και στήριξη προς τις πιο αδύναμες χώρες, αλλά κυρίως για το σχεδιασμό μιας βιώσιμης ταυτόχρονης εξόδου από όλες τις πλευρές της κρίσης για όλη τη Γηραιά Ήπειρο.
- Με παράταση των πιεστικών περιθωρίων περικοπής της υπερβολικών ελλειμμάτων της χώρας μας από 3 σε 5 χρόνια, όπως ισχύει και με τις υπόλοιπες χώρες με υψηλά ελλείμματα.
- Με δυνατότητα ετεροχρονισμού της εθνικής συμμετοχής στις χρηματοδοτήσεις από τα διαρθρωτικά ταμεία, ώστε τα δημοσιονομικά προβλήματα να μην αποτελούν εμπόδιο στις εκταμιεύσεις, με αναζήτηση επιπλέον πόρων σε πηγές όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
- Με αποτελεσματική ρύθμιση και φορολόγηση των χρηματαγορών, εγγυήσεις της Ε.Ε. για το δανεισμό των πιο ευάλωτων χωρών, έκδοση ευρωπαϊκών ομολόγων.
- Με οικοδόμηση μιας κοινής οικονομικής πολιτικής που θα πλαισιώνει το κοινό νόμισμα με κοινό φορολογικό πλαίσιο και επαρκή κοινοτικό προϋπολογισμό, ικανό να χρηματοδοτήσει πολιτικές εξόδου από την κρίση και πράσινης στροφής στην οικονομία. Ο εμπορικός ανταγωνισμός χρειάζεται να εξισορροπηθεί με τη συνεργασία, τη διατήρηση κοινού πλαισίου ελάχιστης κοινωνικής προστασίας, την τήρηση ορίων στα εμπορικά ελλείμματα και πλεονάσματα αλλά και στα χρέη του ιδιωτικού τομέα προς τις τράπεζες.
- Με διασφάλιση επαρκών ιδιωτικών και δημόσιων πόρων για μια πράσινη στροφή στην οικονομία σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, και εξαίρεσή τους από τους περιορισμούς του Συμφώνου Σταθερότητας.
Αρκετά από τα σημεία αυτά, συγκεντρώνουν ήδη ευρεία υποστήριξη στο ευρωκοινοβούλιο, όμως η πολιτική των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων κινήθηκε σε τελείως διαφορετικές κατευθύνσεις.
Οι ρυθμίσεις για το μηχανισμό στήριξης, αντί να βοηθήσουν, επέσπευσαν τελικά την κατάρρευση της δυνατότητας του κράτους να εξασφαλίζει το δανεισμό του. Τα ποσά είναι περιορισμένα, δίνονται με επιτόκια πολύ ανώτερα από αυτά άλλων ομοίως χρεωμένων Ευρωπαϊκών χωρών, τα δάνεια του μηχανισμού θα έχουν προτεραιότητα στην αποπληρωμή απέναντι στον υπόλοιπο δανεισμό, ενώ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα θέσει τους δικούς του όρους. Οι αποφάσεις αυτές ακύρωσαν τη δυνατότητα έκδοσης ευρωομολόγων ή παροχής ευρωπαϊκών εγγυήσεων δανεισμού, που θα έδιναν περιθώρια απεμπλοκής από τις πιέσεις των αγορών, προτάσεις που είχαν κατατεθεί από τους Πράσινους και υιοθετήθηκαν από το ευρωκοινοβούλιο στη φετινή έκθεσή του για το ευρώ. Θετική εξέλιξη ήταν μόνο η κίνηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να συνεχίσει να αποδέχεται τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο από τράπεζες.
Τέτοιες ρυθμίσεις επιτείνουν το ευρωπαϊκό έλλειμμα πολιτικής και κοινωνικής διάστασης, δημιουργώντας κινδύνους και για την ίδια την ευρωπαϊκή συνοχή. Για να υπάρξει όμως διαφορετική πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο χρειάζεται να δοθεί προτεραιότητα στην πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης, κάτι που η πολιτική των κυβερνήσεων και η αναζωπύρωση των εθνικών ανταγωνισμών θέτουν σήμερα σε ολοένα εντονότερη αμφισβήτηση. Χρειάζεται επίσης απεμπλοκή από τη σημερινή οικονομική ορθοδοξία, που θέλει την ισχύ της οικονομίας να εστιάζει σε μια ανταγωνιστικότητα στηριγμένη κυρίως στη συμπίεση του μισθολογικού κόστους. Η αδυναμία Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλιστών να προωθήσουν μια βιώσιμη στρατηγική διεξόδου και να απεμπλακούν από πολιτικές που επιδεινώνουν την ευρωπαϊκή κρίση, υπογραμμίζει την ανάγκη για αλλαγή πολιτικών συσχετισμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Για την Ελλάδα η εμπλοκή του Δ.Ν.Τ. δημιουργεί σοβαρές απειλές, χωρίς να δίνει ούτε καν τεχνοκρατικές λύσεις.
- Στις σχετικά πρόσφατες παρεμβάσεις του σε χώρες μέλη της Ε.Ε. όπως η Ουγγαρία ή η Λετονία, οι οικονομικές του πολιτικές προκάλεσαν για το 2008 και 2009 ύφεση πολλαπλάσια από τις εκτιμήσεις των ίδιων των σχεδιαστών τους, στοιχείο που θέτει σε σοβαρή αμφισβήτηση την υποτιθέμενη τεχνογνωσία του Δ.Ν.Τ., που δε μπόρεσε άλλωστε να προβλέψει ούτε τη διεθνή κρίση του 2008.
- Οι πιστώσεις που θα μπορούσε να χορηγήσει προς την Ελλάδα αντιστοιχούν το πολύ στο 20-30% των δανειακών αναγκών της χώρας για το 2010, κάτι που απλώς θα μετέθετε χρονικά το πρόβλημα. Απλή ολιγόμηνη παράταση του αδιεξόδου με παράλληλη διόγκωση του χρέους δεν αποτελεί λύση. Μπορεί να είναι ακόμη πιο επώδυνη, καθώς δεν θα αφήνει περιθώρια πολιτικής πρωτοβουλίας στην ελληνική πλευρά.
Με δεδομένο ότι κλασσικά μέτρα περικοπών προωθούνται ήδη, βασικότερο πρόβλημα αποτελούν οι «αναπτυξιακές» συνταγές του Δ.Ν.Τ., που στις περισσότερες χώρες έχουν οδηγήσει σε πραγματική λεηλασία των φυσικών πόρων. Στην Ελλάδα, όπου η ευρωπαϊκή νομοθεσία για το περιβάλλον επιβάλλει περιορισμούς και όπου οι περισσότερες δημόσιες επιχειρήσεις έχουν ήδη ιδιωτικοποιηθεί, οι πιθανότεροι κίνδυνοι αφορούν πιέσεις για ανεξέλεγκτες μεταλλευτικές δραστηριότητες, εγκατάλειψη του περιφερειακού σιδηροδρομικού δικτύου, οικοπεδοποίηση δημόσιας γης (βραχονησίδες, πρώην στρατόπεδα, δασικές εκτάσεις, πρώην αεροδρόμιο Ελληνικού) με κύριο στόχο την ανάπτυξη δεύτερης κατοικίας για ξένους.
Οι Οικολόγοι Πράσινοι είμαστε αντίθετοι στην προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Θεωρούμε ιδιαίτερα προβληματική την κίνηση της κυβέρνησης να θέσει πρώτη τέτοιο ζήτημα δημιουργώντας δυναμική αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Ανησυχητικό είναι επίσης ότι πολιτικές «εκποίησης ακινήτων του Δημοσίου» προτείνονται ήδη επίσημα τόσο από τη Νέα Δημοκρατία όσο και από βουλευτές του κυβερνώντος γερμανικού Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος. Εκτιμήσεις υπολογίζουν μάλιστα τη συνολική τους αξία στα 300 δις ευρώ, ποσό θεωρητικά συγκρίσιμο με το σύνολο του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Σημειώνουμε τέλος ότι η προσφυγή στο Δ.Ν.Τ. έχει ριζικά διαφορετικό χαρακτήρα από τη συνηθισμένη εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε υπερεθνικούς οργανισμούς όπως η Ε.Ε., όπου η χώρα μας συμμετέχει ισότιμα. Η διοίκηση της ελληνικής οικονομίας εκχωρείται εδώ σε ένα αδιαφανή μηχανισμό χωρίς δημοκρατικό έλεγχο και πολιτική λογοδοσία.
4. Για μια πράσινη διέξοδο.
Η κρισιμότητα της συγκυρίας στην Ελλάδα υπερβαίνει κατά πολύ τις απαιτήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει σε άλλες χώρες η πρόταση για την Πράσινη Λύση, το Green New Deal. Στην κατεύθυνση αυτή χρειάζεται να οικοδομήσουμε εξαρχής τη δική μας πρόταση, για μια πράσινη στροφή στην οικονομία που θα βελτιώνει την ποιότητα της ζωής και την ευημερία μας, αποσυνδέοντάς τες από την οικονομική μεγέθυνση και την αύξηση του ΑΕΠ. Στο πλαίσιο αυτό μπορούμε να αξιοποιήσουμε και να διευρύνουμε τις προγραμματικές απαντήσεις που ήδη διαθέτουμε.
Παράλληλα λοιπόν με την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών και τη σύγκρουση με τη διαφθορά και τη φοροδιαφυγή, μια τέτοια πράσινη λογική θα συγκέντρωνε επενδύσεις και οικονομικά εργαλεία σε τρεις βασικές προτεραιότητες που θα άλλαζαν την κατεύθυνση της οικονομίας:
- Βιώσιμη ανασυγκρότηση της υπαίθρου, με κορμό τη βιολογική παραγωγή, αναβίωση της τοπικής και περιφερειακής κλίμακας στην οικονομία, εξισορρόπηση του κυρίαρχου τομέα κάθε περιφέρειας με τις υπόλοιπες τοπικές οικονομικές δραστηριότητες.
- Προώθηση και αναβάθμιση των συλλογικών αγαθών και υπηρεσιών με στόχο να ξαναγίνει η ποιότητα ζωής δικαίωμα για όλους ανεξάρτητα από αγοραστική δύναμη, ως παράλληλος «κοινωνικός μισθός».
- Επείγουσα ενεργειακή στροφή, με απεξάρτηση από πετρέλαιο και λιγνίτη, προώθηση εναλλακτικών λύσεων στη χρήση του ΙΧ, αλλά και επενδύσεις σε εξοικονόμηση και σε ανανεώσιμες πηγές, σχεδιασμένες ώστε να προσφέρουν συμπληρωματικά εισοδήματα στο μεγαλύτερο δυνατό αριθμό νοικοκυριών.
Γύρω από τις προτεραιότητες αυτές χρειάζεται να σχεδιαστούν μια σειρά πολιτικές που θα απελευθερώσουν πόρους και δημιουργικές δυνάμεις:
- Μια φορολογική μεταρρύθμιση με χαρακτήρα δικαιοσύνης και αναδιανομής, που θα χρησιμοποιεί τους φόρους και ως εργαλεία για ενθάρρυνση ή αποθάρρυνση δραστηριοτήτων ανάλογα με τις επιπτώσεις των τελευταίων στο περιβάλλον και την κοινωνία. Στο πλαίσιο αυτό φόροι όπως στα καύσιμα θα πρέπει να συνδυαστούν με επιθετική προώθηση των εναλλακτικών λύσεων απέναντι στο ΙΧ, ενθάρρυνση των τοπικών προϊόντων που επηρεάζονται λιγότερο από το κόστος των μεταφορών, εκτεταμένα προγράμματα μόνωσης των κτιρίων για λιγότερες ανάγκες θέρμανσης και ψύξης, αλλά και σχεδιασμό που θα διασφαλίζει ότι δεν θα θίγονται οι οικονομικά ασθενέστεροι.
- Η προώθηση μέτρων διαφάνειας και πάταξης της μικρής και μεγάλης διαφθοράς θα πρέπει να συνδυαστεί με αποκατάσταση της αίσθησης δικαιοσύνης. Πέρα από την απαίτηση αυστηρής τιμωρίας των υπευθύνων για υποθέσεις όπως η Siemens, το Βατοπέδι ή τα δομημένα ομόλογα των ασφαλιστικών ταμείων, προτείνουμε τη δημοσιοποίηση των «πόθεν έσχες» της τελευταίας 10ετίας για πολιτικούς και στελέχη της διοίκησης, με πρόσκλησή να δικαιολογήσουν κάθε ετήσια αύξηση περιουσιακών τους στοιχείων. Αποκτήματα που δε δικαιολογούνται επαρκώς, θα έχουν ετήσια φορολόγηση της τάξης του 10% της αξίας τους επί 10ετία, ακόμη και αν έχουν αλλάξει χέρια. Μη δικαιολογούμενες διαφορές θα δημεύονται στο εξής άμεσα.
· Η μείωση εξοπλιστικών δαπανών και η συνεννόηση με την Τουρκία για ακόμη μεγαλύτερες αμοιβαίες περικοπές, με παράλληλη ανάκληση των ελληνικών δυνάμεων από διεθνείς αποστολές σε μακρινές χώρες. Η εξέλιξη της ελληνοτουρκικής αναλογίας εξοπλιστικών δαπανών την τελευταία δεκαετία (1:1,20 το 2008, από 1:2 το 1999) προσφέρει ορισμένα περιθώρια και για μονομερείς μειώσεις. Με δεδομένη την τουρκική υποψηφιότητα για ένταξη, η Ε.Ε. θα ήταν λογικό να έχει μεγαλύτερη εμπλοκή και στην προσπάθεια επίλυσης των ελληνοτουρκικών αντιπαραθέσεων.
· Η ευθυγράμμιση της πολιτικής ναρκωτικών με τις αντίστοιχες πολιτικές χωρών όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία ή η Μεγάλη Βρετανία, θα εξοικονομούσε το μεγαλύτερο μέρος από τις εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ που κοστίζει κάθε χρόνο ο σημερινός ατελέσφορος πόλεμος, που καταλήγει να πλουτίζει τους εμπόρους, να γιγαντώνει τη διαφθορά και να γεμίζει τις φυλακές με λάθος ανθρώπους.
· Η εγκατάλειψη έργων και προγραμμάτων που δημιουργούν ψευδαίσθηση οικονομικής ανάπτυξης αλλά δεν συμβάλλουν πραγματικά στη οικονομική, κοινωνική και οικολογική βιωσιμότητα.
· «Πράσινοι» τομείς ιδιαίτερα ευάλωτοι στην κρίση, όπως τα βιολογικά προϊόντα ή ο οικολογικός τουρισμός, χρειάζεται να θωρακιστούν με σειρά μέτρων, ιδιαίτερα στην πολιτική για τις δημόσιες προμήθειες σε τομείς όπως το φαγητό σε νηπιαγωγεία και νοσοκομεία, ή ο κοινωνικός τουρισμός.
Κεντρική σημασία για μας έχει και η προώθηση της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας. Η επανασύνδεση του πράσινου κινήματος με την παράδοση της «οικολογίας των φτωχών», όπως εκφράστηκε τον Τσίκο Μέντες στον Αμαζόνιο ή τη Βαντάνα Σίβα στην Ινδία, γίνεται ξανά επίκαιρη.
Σε χώρες όπως η Αργεντινή, επιτεύγματα στο πεδίο αυτό ξεπέρασαν κατά πολύ τις πολιτικές των κυβερνήσεων, συχνά και τα όρια του συστήματος, παρέχοντας σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας ένα δίχτυ ασφαλείας για αξιοπρεπή επιβίωση. Η ανάπτυξη συνεταιρισμών παραγωγών – καταναλωτών, τοπικών δικτύων ανταλλαγής προϊόντων και υπηρεσιών χωρίς χρήματα, ή άλλων μορφών κοινωνικής συνεργασίας όπως θεσμοί εναλλακτικών χρηματοδοτήσεων στα πρότυπα της ιταλικής Ηθικής Τράπεζας, θα αποτελέσουν βασικό στοίχημα για την ελληνική κοινωνία. Απαραίτητη είναι η προτεραιότητα στην προώθηση κατάλληλου θεσμικού πλαισίου και εργαλείων χρηματοδότησης τέτοιων πρωτοβουλιών. Αξίζει επίσης να σημειώσουμε και τη δυνατότητα σποραδικής (αμειβόμενης) κοινωνικής απασχόλησης των ανέργων χωρίς να χάνουν τα υπόλοιπα δικαιώματά τους.
5. Είναι τα μέτρα αναπόφευκτα;
Τα ζητήματα του δημόσιου χρέους και των ελλειμμάτων θα ήταν λιγότερο πιεστικά, αν προβλήματα ανάλογης σοβαρότητας δεν αποτυπώνονταν σε όλους σχεδόν τους δείκτες της οικονομίας. Από τα προβληματικά μεγέθη, πιο ανησυχητικό είναι το διαρκές υψηλό έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών καθώς και τα επί χρόνια αρνητικά επίπεδα ιδιωτικής αποταμίευσης. Τα τελευταία ακυρώνουν ακόμη και το σχετικά χαμηλό δείκτη ιδιωτικού χρέους (δανεισμού επιχειρήσεων και νοικοκυριών).
Από οικολογική σκοπιά, μεγάλα εμπορικά ελλείμματα και πλεονάσματα σημαίνουν και μεγάλη σπατάλη ενέργειας, σε μεταφορές προϊόντων που έρχονται από μακριά. Από οικονομική άποψη, χωρίς κοινό νόμισμα το χρόνιο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα είχε ήδη οδηγήσει σε υποτίμηση, μέτρο με αρκετή δόση κοινωνικής αδικίας που θα συμπίεζε την αγοραστική δύναμη μισθών και συντάξεων ευνοώντας τους κατόχους συναλλάγματος και περιουσιακών στοιχείων. Η συμμετοχή στο ευρώ μεταφέρει την ίδια πίεση στα κόστη παραγωγής και εργασίας.
- Από πράσινη σκοπιά, πρώτη απάντηση θα ήταν εδώ ο κατά προτεραιότητα περιορισμός όσων εισαγωγών αποτελούν επί της ουσίας επιβάρυνση για τη χώρα: αθροιστικά οι εισαγωγές όπλων και ενέργειας (πετρέλαιο, ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο) αντιπροσωπεύουν πάνω από 80% του ελλείμματος. Ταχεία αποκλιμάκωση των εξοπλισμών και της ελληνοτουρκικής έντασης, καθώς και επιθετικές πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας και αξιοποίησης των ΑΠΕ, μπορούν να ανακουφίσουν εντυπωσιακά και το ισοζύγιο πληρωμών.
- Επιπλέον συρρίκνωση της ζήτησης για εισαγωγές θα προέκυπτε από τον περιορισμό του «μαύρου χρήματος», με αποτελεσματικές πολιτικές καταπολέμησης της διαφθοράς, της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής.
- Περιορισμός του ανά μονάδα μισθολογικού κόστους μπορεί να υπάρξει και χωρίς μείωση των καθαρών αποδοχών των εργαζομένων, αν μειωθούν οι εργοδοτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και οι απώλειες καλυφθούν με επαναφορά της φορολογίας εταιρικών κερδών στα επίπεδα του 2005. Ενδεχόμενα μέτρα ευελιξίας σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις που κινδυνεύουν να κλείσουν, δε θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτά χωρίς επαρκείς διασφαλίσεις για τους εργαζομένους απέναντι σε κινδύνους καταχρηστικής εφαρμογής τους.
- Ακόμη και αν μέτρα περικοπών αποδειχθούν τελικά αναπόφευκτα, στοιχειώδης κοινωνική δικαιοσύνη επιβάλλει να προστατευθούν τουλάχιστον οι χαμηλότεροι μισθοί και συντάξεις, καθώς η αγοραστική τους δύναμη είναι ήδη πολύ χαμηλή. Είμαστε λοιπόν αντίθετοι σε μέτρα όπως η «σαρωτική» αύξηση του ΦΠΑ, ή η ομοιόμορφη περικοπή των μισθών στο δημόσιο τομέα αντί για σχεδιασμό νέου μισθολογίου με λιγότερες ανισότητες.
- Ειδικά στο Ασφαλιστικό, όπου οι περικοπές θα θίξουν προσδοκίες και εισοδήματα σε βάθος δεκαετιών, θα πρέπει να συνυπολογιστεί ότι οι ευθύνες του κράτους τόσο για τα παλιότερα αποθεματικά που εξανεμίστηκαν στο βωμό της άγριας ανάπτυξης της περιόδου 1950-85 όσο και για τη συνεχιζόμενη αιμορραγία πόρων των Ταμείων, αποτελούν ένα είδος άτυπου δημόσιου χρέους προς την κοινωνία, που δεν επιδέχεται παραγραφή.
6. Ποιοι επωφελήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια, πώς φθάσαμε ως εδώ;
Η επιβάρυνση των ασθενέστερων αποτελούσε την κρυφή πλευρά και της μέχρι τώρα «καταναλωτικής άνθησης». Οι αυξήσεις στους ελληνικούς μισθούς ήταν υψηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αντιστοιχούσαν όμως και σε αντίστοιχα υψηλότερο πληθωρισμό. Με τη σειρά τους, οι αυξήσεις τιμών στα βασικά αγαθά στέγασης, διατροφής και μετακίνησης ήταν αρκετά υψηλότερες από τον επίσημο τιμάριθμο (και τις αυξήσεις μισθών και συντάξεων), ενώ πολύ λιγότερο αυξήθηκαν οι τιμές σε καθαρά καταναλωτικά αγαθά όπως ηλεκτρονικά, αυτοκίνητα ή αεροπορικά ταξίδια. Ο δυαδικός αυτός πληθωρισμός παραπέμπει και σε βασικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, όπως η απουσία ισχυρού κινήματος προστασίας καταναλωτών ή η ανεπάρκεια των μηχανισμών ανταγωνισμού. Πρακτικά τα χαμηλότερα εισοδήματα ελάχιστα βελτίωσαν τη ζωή τους τη δεκαετία πριν την κρίση, ενώ η άνοδος της κατανάλωσης αποτέλεσε αποκλειστικό σχεδόν προνόμιο των μεσαίων και ανώτερων εισοδημάτων.
Την ίδια όμως περίοδο σε ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία και η Αυστρία οι μισθοί ουσιαστικά καθηλώνονταν προκειμένου να προωθηθούν ακόμη περισσότερο οι εξαγωγές. Αποτέλεσμα ήταν μια ολοένα αυξανόμενη απόκλιση ανάμεσα στα πλεονασματικά εμπορικά ισοζύγια των χωρών του Βορρά και στα ελλειμματικά των χωρών του Νότου, απόκλιση που έπαψε να εξισορροπείται όταν ξέσπασε η κρίση. Ευρωπαϊκά προγράμματα για την αναθέρμανση της οικονομίας, όπως η απόσυρση αυτοκινήτων και κλιματιστικών, λάμβαναν υπόψη τους τις ανάγκες των εξαγωγικών χωρών, όχι όμως και τα εύθραυστα εμπορικά ισοζύγια του Νότου.
Επιπλέον αδυναμίες έκαναν τη χώρα μας ακόμη πιο ευάλωτη. Ιδιαίτερο ρόλο είχε παίξει η άνοδος της τιμής του πετρελαίου, καθώς για κάθε ευρώ της οικονομίας της καταναλώνει περισσότερο πετρέλαιο από κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης των 15.
7. Απέναντι στις επιπτώσεις
Οι Οικολόγοι Πράσινοι οραματιζόμαστε πρότυπα παραγωγής και ευημερίας με περιορισμένες απαιτήσεις σε φυσικούς πόρους, ώστε να μπορούν να επεκταθούν σε όλο τον παγκόσμιο πληθυσμό χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωση του πλανήτη μας. Θέλουμε κριτική κατανάλωση και οικονομικές δραστηριότητες οικολογικά και κοινωνικά υπεύθυνες, ικανές να συμβάλλουν στην κοινωνική δικαιοσύνη και στη μακροπρόθεσμη διατήρηση των φυσικών πόρων και των οικοσυστημάτων.
Για να τα οικοδομήσουμε δε χρειαζόμαστε μόνο απομάκρυνση από τα πρότυπα του καταναλωτισμού, αλλά και κατάλληλες υποδομές σε τομείς όπως η εξοικονόμηση ενέργειας, η επαρκής δημόσια συγκοινωνία, η επιστροφή της φύσης στην πόλη. Θέλουμε τα συλλογικά αγαθά να υποκαταστήσουν σταδιακά την αγοραστική δύναμη ως βασικοί παράγοντες για την ποιότητα της ζωής, η αμοιβαία εμπιστοσύνη να ξαναρχίσει να λειτουργεί, εκτεταμένοι θεσμοί κοινωνικής οικονομίας να δημιουργήσουν ένα ισχυρό Τρίτο Τομέα πέρα από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις και το ευρύτερο κράτος.
Η απότομη όμως πτώση της αγοραστικής δύναμης για μεγάλο μέρος της κοινωνίας, πριν οι αλλαγές αυτές αρχίσουν να παίρνουν σάρκα και οστά, απειλεί να λειτουργήσει αρνητικά σε πολλές κατευθύνσεις:
- Ως νοσταλγία για το πρόσφατο παρελθόν, που θα αποτρέπει αναζητήσεις για προοπτικές περισσότερο βιώσιμες.
- Ως πίεση για επιλογή αποκλειστικά των πιο φθηνών προϊόντων, ακόμη κι όταν παρουσιάζουν κακή ποιότητα, κινδύνους για την υγεία, ή έχουν παραχθεί σε απαράδεκτες συνθήκες.
- Ως κίνδυνος να εκτοπιστούν ακόμη περισσότερο οι μικρές επιχειρήσεις, αλλά και να επιδεινωθεί κι άλλο το εμπορικό ισοζύγιο, καθώς η εγχώρια παραγωγή δεν είναι πάντα ούτε τόσο «λαμπερή» όσο η ευρωπαϊκή ούτε τόσο φθηνή όσο τα προϊόντα από χώρες χαμηλού κόστους.
- Ως δυσκολία χρηματοδότησης των αναγκαίων επενδύσεων πράσινης στροφής.
· Ως ανασταλτικός παράγοντας για απαραίτητες επενδύσεις σε επίπεδο νοικοκυριού, όπως η μόνωση των σπιτιών ή οι ηλιακές στέγες.
· Ως αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων (μετανάστες; γειτονικές χώρες; Ευρ. Ένωση; χρηματογορές;), ή και ως αίτημα για ισχυρή εξουσία-προστάτη με «αυξημένη εντιμότητα» και μειωμένους δημοκρατικούς περιορισμούς.
· Ως υποχώρηση σημαντικών πράσινων αξιών όπως η προστασία του περιβάλλοντος και τα δικαιώματα, μπροστά σε άμεσες και πιεστικές απαιτήσεις μιας βραχυπρόθεσμης οικονομικής λογικής.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται ένας ισχυρός πράσινος λόγος που θα εξηγεί τις ευθύνες για τις πολιτικές που μας εγκλώβισαν σε μια οικονομία με ημερομηνία λήξης, τα αιτήματα για δίκαιη κατανομή των βαρών, την αδυναμία να έχουμε ουσιαστική διαφάνεια χωρίς δημοκρατία, τις ευκαιρίες να συνδιαμορφώσουμε ως πολίτες κάποιες καινούργιες πλευρές της ζωής μας, την ανάγκη για ολοκληρωμένο σχέδιο εξόδου από την κρίση ώστε οι όποιες θυσίες να αποκτήσουν σύντομα αντίκρισμα.
Στο πλαίσιο αυτό, χρειάζεται να συνδυάσουμε στην κριτική μας δύο βασικούς άξονες που συνήθως αντιμετωπίζονται ως αντικρουόμενοι:
- Η Ελλάδα χρωστάει ριζικές αλλαγές, πρώτα από όλα στον εαυτό της. Δεν αναζητούμε άλλοθι στις ευθύνες των χρηματαγορών, της Ε.Ε. ή του Δ.Ν.Τ., δεν απενοχοποιούμε καμιά από τις πολιτικές επιλογές ή τις κοινωνικές αντιλήψεις που μας έφεραν σε αυτό το σημείο. Ως κοινωνία χρειαζόμαστε οπωσδήποτε μια ριζική τομή σε θέματα διαφάνειας, προσωπικής υπευθυνότητας, αμοιβαίας εμπιστοσύνης, συλλογικών αγαθών, καταναλωτικών προτύπων.
- Το σημερινό οικονομικό σύστημα έχει κάτι το νοσηρό, όταν οι αποφάσεις μιας χούφτας διαχειριστών κεφαλαίων μπορούν να καταδικάζουν ολόκληρες κοινωνίες στη φτώχεια, ή όταν δεχόμαστε ότι, χωρίς ετήσια αύξηση του Α.Ε.Π. πάνω από 3%, η διαρκής αύξηση της ανεργίας είναι αναπόφευκτη. Αναζητούμε λοιπόν λύσεις όχι μόνο για καλύτερη διαχείρισή του, αλλά και για την υπέρβασή του.
Σημαντικό είναι πάντως να θυμόμαστε ότι, αν τα μέχρι τώρα καταναλωτικά πρότυπα της χώρας μας γενικεύονταν σε όλο τον παγκόσμιο πληθυσμό, θα απαιτούσαν 3,5 φορές τους διαθέσιμους φυσικούς πόρους της Γης. Εξίσου καίρια είναι και η εμπειρία της Γενιάς των 700 ευρώ, που ακόμη και πριν την κρίση αδυνατούσε να εξελιχθεί επαγγελματικά και να χειραφετηθεί οικονομικά από τους γονείς της.
8. Η κρίση είναι χρεοκοπία ολόκληρου του πολιτικού συστήματος
Για τη σημερινή κρίση, υπεύθυνες δεν είναι μόνο οι πρόσφατες και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, όλες αυτοδύναμες και «ισχυρές» όπως τις ήθελε ο κυρίαρχος πολιτικός λόγος. Οι ευθύνες δεν εξαντλούνται ούτε και στα κοντόφθαλμα συμφέροντα, ελληνικά και διεθνή, ούτε σε όσους επωφελήθηκαν από τη διαφθορά. Ευθύνες υπάρχουν και στις δυνάμεις, όπως η Αριστερά, που εστίασαν την κριτική τους σχεδόν αποκλειστικά στο πόσο δημοκρατικά κατανεμόταν η κατανάλωση και στο πού χαράζονται τα όρια του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα.
Οι Οικολόγοι Πράσινοι είχαμε προειδοποιήσει ήδη από το 2003 ότι χτιζόταν μια οικονομία με ημερομηνία λήξης, βασισμένη στην αέναη διόγκωση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Αντιπαρατεθήκαμε στις «μεγάλες ιδέες» της εποχής, όπως οι Ολυμπιακοί του 2004 ή η Διπλωματία των Εξοπλισμών, προειδοποιήσαμε ότι σε καιρούς λιτότητας η υποβάθμιση των συλλογικών αγαθών μας κάνει δυο φορές φτωχότερους. Με το ξέσπασμα της διεθνούς κρίσης, μιλήσαμε πρώτοι για την ανάγκη ταυτόχρονης διεξόδου από την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική κρίση.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το πράσινο κίνημα σήκωσε το κύριο βάρος της αλληλεγγύης προς την Ελλάδα, τόσο στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο όσο και σε «δύσκολες» χώρες όπως η Γερμανία. Αμφισβήτησε τα στερεότυπα των Γερμανών για τους Έλληνες και των Ελλήνων για τους Γερμανούς, άνοιξε τη συζήτηση για το τι πρέπει να αλλάξει όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη.
Σε μια συγκυρία όπου καμιά ελληνική πολιτική δύναμη δεν φαίνεται να έχει σχέδιο εξόδου για την κρίση, χρέος μας να ανοίξουμε τη συζήτηση αυτή εμείς. Από την ικανότητά μας να ανταποκριθούμε, θα κριθούν πολλά και για την πορεία του πράσινου κινήματος στη χώρα μας.
Αθήνα, 25 Απριλίου 2010
Το Πανελλαδικό Συμβούλιο των Οικολόγων Πράσινων